Περιμέναμε και όσο περιμέναμε ελπίζαμε. Δεν μπορεί κάτι θα γίνει. Για να υπόσχονται τόσο πολλά κάτι θα ξέρουν περισσότερο από εμάς. Γιατί εμείς ξέραμε ότι τα συρτάρια του κράτους, ήταν άδεια, αλλά, λέγαμε, οι πολιτικοί πρέπει να ξέρουν καλύτερα από μας για να υπόσχονται, παίζοντας με την αξιοπρέπεια τους! Κάπου θα έχουν σκαλώσει κάποια λεφτά, που οι προηγούμενοι, τσιγκούνηδες, (αλλιώς τους ονομάζαμε), δεν τα έδιναν στον κόσμο. Αυτοί τώρα, κουβαρντάδες, θα τα μοιράσουν για να μας καλοπιάσουν να τους ξαναψηφίσουμε.
Οι μήνες περνούσαν και τα φίδια μας έζωναν. Οι αυξήσεις σε μισθούς και συντάξεις που περιμέναμε έρχονταν από άλλες κατευθύνσεις. Από την αγορά. Στα είδη τα απαραίτητα, τα πρώτης ανάγκης. Τα τρόφιμα, τα φάρμακα, τα ενοίκια... η ζωή δυσκόλεψε πολύ. Πώς να τα βγάλει πέρα ο εργαζόμενος; Πώς να ζήσει ο συνταξιούχος; έλεγχος κανένας και πουθενά. Βγαίνει ο υπουργός και συμβουλεύει: να ρωτάτε τις τιμές, να βρίσκετε τα φτηνότερα μαγαζιά για να ψωνίζετε! Αστειεύεται, βέβαια, ο υπουργός. Ξέρει ότι δεν υπάρχουν φτηνά μαγαζιά όταν είναι ακριβά τα αγαθά που πουλούν. Φτηνά είναι μόνον τα κινέζικα αλλά δεν είναι τρόφιμα. Είναι εμπορεύματα που εξοστρακίζουν τα αντίστοιχα ελληνικά από τα ράφια, και πετιούνται έλληνες εργάτες στους δρόμους.
Έτυχε βαρύς ο φετινός χειμώνας και πανάκριβο το πετρέλαιο. Μεγάλο ποσοστό του λαού μας, μεροκαματιάρηδες, συνταξιούχοι, δεν τα βγάζουν πέρα και κλαίνε τη μοίρα τους. Αλλοι κουνούν το κεφάλι σκεπτικά αλλά δεν κλαίνε από αξιοπρέπεια. Αλλά κανένας πια δεν γελάει!
|