Από τη δημοσίευση του ανωτέρω Νόμου (5-1-99) σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου, δικαιούχος είναι πλέον ο επιζών των συζύγων αδιακρίτως αν είναι άνδρας ή γυναίκα και με τις ίδιες προϋποθέσεις ως κατωτέρω:
α) Για μια τριετία η σύνταξη λόγω θανάτου χορηγείται ολόκληρη χωρίς κανένα περιορισμό ηλικίας ή εισοδήματος του επιζώντος υποψήφιου συνταξιούχου. Η καταβολή της σύνταξης συνεχίζεται και μετά την τριετία ανεξαρτήτως άλλων προϋποθέσεων εάν ο επιζών των συζύγων κατά την ημερομηνία θανάτου είναι ανάπηρος σωματικά ή πνευματικά σε ποσοστό 67%.
β) Εάν κατά την ημερομηνία θανάτου ο επιζών των συζύγων έχει συμπληρώσει το 40ό έτος της ηλικίας του, η σύνταξη καταβάλλεται και μετά τη λήξη της τριετίας εφόσον δεν εργάζεται ή δεν απασχολείται ή δεν λαμβάνει σύνταξη από οπουδήποτε. Σε αντίθετη περίπτωση (εφόσον εργάζεται κ.λ.π.) η σύνταξη περιορίζεται στο 50%.
γ) Η σύνταξη που διακόπηκε ή καταβάλλεται μειωμένη, σύμφωνα με τα παραπάνω, επαναχορηγείται ολόκληρη μετά τη συμπλήρωση του 65 έτους της ηλικίας του επιζώντος των συζύγων με την προϋπόθεση ότι δεν εργάζεται ή δεν απασχολείται ή δεν λαμβάνει σύνταξη, διαφορετικά, εφόσον συντρέχει μία από τις προϋποθέσεις αυτές, λαμβάνει το 70%.
Φαρμακευτική περίθαλψη Σε περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης ο υποψήφιος συνταξιούχος δικαιούται περίθαλψη από τον τελευταίο φορέα στον οποίον επήλθε ο ασφαλιστικός κίνδυνος.
Έχει καθιερωθεί μείωση από 25% σε 10% της συμμετοχής στη δαπάνη αγορά των φαρμάκων των συνταξιούχων που δικαιούνται το ΕΚΑΣ και για όσο χρόνο το δικαιούνται, καθώς και των μελών της οικογενείας του.
Καθιερώθηκε η χορήγηση φαρμάκων χωρίς τη συμμετοχή των ασφαλισμένων σε ορισμένες κατηγορίες ασθενειών.
|