Ευρέως «λαϊκά» Τα καλοκαίρια, στη μάντρα του Καρατούμπα που ήταν κοντά στο σπίτι μας, έπαιζε ο περίφημος καραγκιοζοπαίχτης Μπονάτσας. Από νωρίς μαζευόμασταν όλα τα παιδιά, πληρώνοντας πολύ φτηνό εισιτήριο, στην καταβρεγμένη αυλή. Καθόμασταν σε πάγκους και πίσω από το πανί ακούγαμε μια αντρική φωνή να τραγουδάει σχεδόν πάντα έτοιμη να κλάψει. Οι πρόσφυγες, που ήταν πολλοί στις τριγύρω γειτονιές, στο Αλωνάκι, στα Τούρκικα Μνήματα και στου Χάβατζα, τον ψήφιζαν πάντοτε στο διαγωνισμό του περιοδικού Ντόμινο σαν τον καλύτερο τραγουδιστή και τον έλεγαν ο «δικός» μας. Τότε ήτα που μπερδεύτηκα με την Ελληνική μυθολογία και τον τρόπο που γίνεται κανείς ήρωας. Όπου και αν πήγαινες, όλο αυτή τη φωνή άκουγες. Στα σπίτια των απανταχού της Ελλάδας Αεκτζήδων, δίπλα στο δικέφαλο, υπήρχε μέσα σε κορνίζα μια καρδιά και σε άλλες λαϊκές χειροτεχνίες η φωτογραφία ενός νέου με σμιχτά φρύδια και κοκοράκι. Έμοιαζε με τη φωτογραφία που υπήρχε στα ημερολόγια τοίχου με τη φράση... «Ο Στέλιος Καζαντζίδης σας έφχεται εφτυχές το νέον έτος».
Η «άλλη» Μουσική Γύρω στο '64 ο άρτος και τα θεάματα ήταν πολύ περιορισμένα στη Χαλκίδα. Τότε φοιτούσαμε στα σχολεία «ΛΟΥΣΥ», «ΚΕΝΤΡΙΚΟΝ», «ΝΙΚΗ» και «ΟΡΦΕΥΣ», παρακολουθώντας τις παραδόσεις του φαλακρού πράκτορα Θου Βου, και τις Δευτέρες τις διαλέξεις των καθηγητών Μπέργκμαν, Βισκόντι, Φελίνι, Γκοντάρ. Και μόνο τις Δευτέρες, γιατί από Τρίτη άρχιζαν τα μαθήματα του «Λαϊκού Πανεπιστιμίου» με τη Βάνα, τον Λαμπίρη, τη Μάρθα Βούτση και κυρίος με τον πρύτανη Νίκο Ξανθόπουλο. Στα μαθήματα αυτά είχαμε, ευτυχός πολλές απουσίες. Οι περιοδέυοντες θίασοι έρχονταν μάλλον για ουζάκι και καραβίδα Ευβοϊκού παρά για να ψυχαγωγήσουν το κοινό της πόλης, που άλλωστε κάθε Τετάρτη κατέβαινε με το τρένο στην Αθήνα και παρακολουθούσε τις Λαϊκές απογευματινές των Θεάτρων. Ώρες ώρες νομίζω ότι αυτή η μικρή απόσταση που χωρίζει τη Χαλκίδα από την πρωτεύουσα, την έκανε σαν τον Καραγκιόζη. Ψηλό καπέλο και ξυπόλητη. Όλοι οι Χαλκιδαίοι είμαστε οι πιο δύσκολα αναγνωρίσιμοι επαρχιώτες της Αθήνας και δε διαθέτουμε εθνικοτοπικά καφενεία και τόπους συνάντησης.
Τα Μπλουζ της Αριστεράς Μερικά χρόνια αργότερα κάτι «ογδοήτες» Λαμπράκιδες, πολύ καλά παιδιά, μας έλεγαν, μη χαλάτε δίφραγκα σε μαλακίες. Και βάζανε, στο υπόγειο του Γεράσιμου, στο τζουκμπόξ το Β25 που έγραφε «Καισαριανή - Γρ. Μπιθικώτσης». Ένας απ' αυτούς, κλείνοντας τα μάτια, τραγούδαγε μαζί με τον Μπιθικώτση και μόλις άρχιζε το δεύτερο κουπλέ, μας έλεγε: «Ακούτε τώρα ποίηση». Και φώναζε πιο δυνατά. Τάχα τι να ζήλεψαν στα χλωρά σου μάτια που γιομαν' τα' απόβραδο γλύκα πρωινή; Κ' ήθαν και βασίλεψαν τα βαθιά σου μάτια κάποιο Σαββατόβραδο στην Καισαριανή.
|