Αυτός ο Οδυσσέας Κυριακόπουλος. Ο πρόεδρος του συνδέσμου ελληνικών βιομηχανιών. Βαρύς κι ασήκωτος από τα φράγκα που λέει πως έχει στις τσέπες του. Βαρύς κι αμετακίνητος.
Ώπα ρε μάγκα. Δείξε μου τα φράγκα σου να για να καταλάβω κι εγώ. Δείξε μου και τον τρόπο που τα απέκτησες (αν, λέω)... Δείξε μου το βάρος σου ρε μάγκα, που απαιτείς και απόλυτο διευθυντικό δικαίωμα. Δείξε μου τα τραγούδια σου, δείξε μου τις μουσικές σου, δείξε μου τι τέλος πάντων και από που απαιτείς τα φράγκα σου, που θέλεις να τ' αυγατίσεις για να 'χουμε ανάπτυξη.
Που τα βρήκες κύριε Κυριακόπουλε τα φράγκα; Από που κι ως που θέλεις περισσότερα;
Κουράστηκες για κάτι που δεν κατάλαβα; Από που μας προέκυψες κύριε Οδυσσέα Κυριακόπουλε; Πλούσιε από τις πιο σκοτεινές σελίδες αυτού του τόπου, αφού η τάξη σου από σκοτεινές σελίδες πλούτισε και από κλοπές και κλοπές.
Και απαιτείς. Τι απαιτείς, κύριε, κι εσύ κι όλος ο εσμός της καραδεξιάς που σε υποστηρίζει. Τι απαιτείτε όλοι εσείς οι αχαρακτήριστοι που δεν δουλέψατε ποτέ και πλουτίσατε από το ρέον αίμα της μετεμφυλιακής (αφού είχε προηγηθεί η μαυραγορίτικη, η δοσιλογική και η ταγματασφαλίτικη) Ελλάδας; Από το αίμα πλουτίσατε και από το φόβο. Κι από πάνω απαιτείτε κιόλας. Για την ανάπτυξη, για την ανταγωνιστικότητα. Σε ποιούς τα λέτε; Κατακλέψατε τον τόπο με όλους τους τρόπους που σας επέτρεψε η εποχή και η ιδιοσυστασία που είχε το κράτος μέσα στην εποχή και τώρα θέλετε κι από πάνω να συνεχίσετε να μας "ευεργετείτε".
Αλλά από πού κι ως πού, κύριε Κυριακόπουλε, θεωρείς την οικονομία παράκληση, αν όχι και επετεία των εργαζομένων; Από πού κι ως πού, τα φράγκα σου τα δανεισμένα, που μετατρέπονται σε περιουσιακό στοιχείο είναι ανάπτυξη; Από πού κι ως πού τα κέρδη σας γίνονται κέρδη για τον τόπο; Που ρε στο Χριστό που πιστεύετε γίνεται αυτό; Πουθενά. Χριστός υπάρχει μονάχα για την τσέπη σας.
Ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα. Θα τρελαθούμε τελείως. Ξέρεις τι μου λες, κύριε Κυριακόπουλε; Να δυστυχήσω μου λες για να μην πεθάνω από δυστυχία. Κι εσύ εν τω μεταξύ θα κερδίζεις. Όλο και περισσότερα. Αέρα παρά που γίνεται ισχύς.
Από που τα βρήκες τα λεφτά κύριε Κυριακόπουλε; Από την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας; Φτάνει. Αρκετά την αναπτύξατε την ελληνική οικονομία από το σχέδιο Μάρσαλ μέχρι το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου. Και σας έπιασε τώρα ο καημός για την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων. Και για τις θέσεις εργασίας.
Αλλά κι εσείς κύριοι της κυβερνήσεως! Ανθρωποι σας ψηφίσανε, ελπίσανε σε σας κι εσείς τους πηγαίνετε σιδεροδέσμιους στον Κυριακόπουλο. Και φυσικά δεν ντρέπεστε. Γιατί αυτή είναι η τάξη σας. Πως το αντέχει η ψυχή σας; Το αντέχει γιατί δεν έχετε ψυχή. Και από κει ξεκινάει η ταξική οικονομία σας. Η χωρίς ηθικό έρμα και χωρίς ελπίδα. Μια οικονομία χωρίς ψυχή. Όπου ο κάθε ανάλγητος έχει θέση. Γιατί είναι αβαρής και αβαθής ως πολιτικός. Κι έχει για προϊστάμενό τον κάθε ένα που θέλει να αναπτύξει την Ελλάδα με τον τρόπο του Οδυσσέα Κυριακόπουλου. Και συμπαραστάτη το Χριστόδουλο. Προσκεκλημένοι βεβαίως στη δεξίωση για την αποκατάσταση της δημοκρατίας. χωρίς έρμα, χωρίς βάρος. Βάρος έχει η μπετονιέρα που σκότωσε τον άνθρωπο στο τελευταίο προ ημερών εργατικό ατύχημα. Ο συγκεκριμένος εργάτης δε θα μπορέσει να συμμετάσχει στην ανάπτυξη της δημοκρατίας δια μέσου μιας σταθερής οικονομίας. Ήταν ασταθής η μπετονιέρα, λόγω αυξημένου εργατικού κόστους και ανελαστικού ωραρίου, και τον έστειλε, 36 χρονών άνδρα, στους ουρανούς της πίστεως. Στους ουρανούς του Χριστόδουλου και του Κυριακόπουλου.
Αχ, αυτός ο πολτός της δημοκρατίας των ταπεινωμένων με τους Κυριακόπουλους, τους Χριστόδουλους και τους σκοτωμένους. Πόρω απέχοντας από το απόλυτο διευθυντικό δικαίωμα της δημοκρατίας. Εκείνης της μακρινής του οικονομείν: τους ελεύθερους ανθρώπους. Γιατί είμαστε μακριά ακόμα και δεν ξέρουμε πως θα πλησιάσουμε στην όχθη της δημοκρατίας. Γιατί μας παίρνει ο κάθε άνεμος το ήθος για να το κάνει κέρδος ο Κυριακόπουλος και οι κερδώοι ιθύνοντες, μ' αυτό το τίποτα στα χέρια τους. Όλοι αυτοί με την απειλή ως πρώτο και τελευταίο επιχείρημα που βγήκανε σαν τους φελλούς στην επιφάνεια (για να μην πω τίποτα χειρότερο), στην επιφάνεια μιας θάλασσας που την είχαμε δουλέψει και την είχαμε πει ζωή και ελπίδα και δημοκρατία.
Επιπλέουν χωρίς να λένε. Τίποτα δε λένε. Μονάχα παίρνουν. Και θέλουν να πεθάνουμε για λίγα φράγκα του τίποτα μέσα την τσέπη τους. Τόσος πλούτος να γίνει τίποτα. Χωρίς ένα ποίημα, χωρίς ένα χρώμα. Μονάχα απειλή. Γιατί φοβούνται. Τους νεκρούς της μνήμης και τους αιφνίδιους γρύλους εκείνης της ανέκλητης, συντεταγμένης, φλοισβικής ελπίδας. Φοβούνται γιατί το ξέρουν: η Δημοκρατία θα έρθει. Φοβούνται γιατί το ξέρουν: δεν έχουν τίποτα και τίποτα δεν μπορούν να δώσουν.
Κώστας Καναβούρης