Στα μέσα της δεκαετίας του '90 στην Ελλάδα απασχολούνταν στους κλάδους της κλωστοϋφαντουργίας και της ένδυσης περίπου 140.000 άνθρωποι, ενώ σήμερα οι εργαζόμενοι δεν ξεπερνούν τις 80.000. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, περισσότερες από 400 ελληνικές επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, από τον κλάδο ένδυσης έχουν μετακομίσει στις βαλκανικές χώρες (κυρίως σε Βουλγαρία και πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας).
Μικρότερη είναι η εξαγωγή θέσεων εργασίας στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας, καθώς η έλλειψη τεχνογνωσίας στις παραπάνω χώρες καθιστά ευκολότερη την εγκατάσταση βιομηχανιών-βιοτεχνιών που ασχολούνται με το τελικό προϊόν (ένδυση) παρά αυτών που ασχολούνται με το πρώτο στάδιο παραγωγής. Τα κρούσματα απολύσεων τα τελευταία χρόνια, αλλά και η τεράστια έκταση που λαμβάνουν μέρα με τη μέρα και τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου σε τράπεζες και ΔΕΚΟ ανοίγουν το δρόμο για μεγαλύτερη ευελιξία στην αγορά εργασίας. Στόχος παραμένει η μείωση των λειτουργικών τους εξόδων.
Το πρώτο στάδιο έγινε με την εκχώρηση-ανάθεση της εκτέλεσης συγκεκριμένων εργασιών σε εξωτερικές εταιρείες. Καθώς όμως η ανάγκη για μείωση του μισθολογικού κόστους προτάσσεται από τους επιχειρηματίες ως ασφυκτική, δεν είναι λίγοι αυτοί που καταφεύγουν στη μετακίνηση των επιχειρήσεων σε όμορες χώρες χαμηλού εργατικού κόστους.
Στο χώρο των «λευκών κολάρων» διαφαίνονται τάσεις που ανοίγουν το δρόμο για την έξοδο θέσεων εργασίας από την Ελλάδα προς χώρες με μικρότερο κόστος. Οι αναδιαρθρώσεις που επιδιώκουν αρκετές τράπεζες στους τομείς των διοικητικών τους υπηρεσιών δημιουργούν φόβους ότι πολλές τραπεζικές εργασίες - αρχικά σε διοικητικό επίπεδο - μπορούν να γίνονται από χώρες με μικρότερο εργατικό κόστος σε σχέση με την Ελλάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου τα οποία εφαρμόζουν ιδιωτικές τράπεζες και αναφέρονται σε «εθελουσία συνταξιοδότηση» ανθρώπων ηλικίας ακόμη και 35 ετών σε διοικητικές υπηρεσίες.