Γεννήθηκε το 1933 στη Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας του καταγόταν από το Φανάρι της Κωνσταντινούπολης και η μητέρα του από το Προκόπι της Καππαδοκίας. Χάρη στην καταγωγή της μητέρας του, επισκεπτόταν τακτικά το Προκόπι Ευβοίας, όπου ζούσαν Καππαδόκες συγγενείς της. Από το 1980 και ύστερα διέμενε για μεγάλα διαστήματα στο Προκόπι και το Πήλι και τελικά εγκαταστάθηκε στη Βλαχιά το 1990, μεταδημοτεύοντας από το δήμο Αθηναίων στο δήμο Κηρέως.
Τα πρώτα μαθήματα μουσικής έλαβε σε προσχολική ήδη ηλικία, και, όντας ακόμη μαθητής του δημοτικού, συμμετείχε στην περιώνυμη μαντολινάτα του Χατζημιχαήλ, ενώ επίσης έπαιζε αρμόνιο στην Καθολική Εκκλησία της γενέτειράς του. Δωδεκαετής, άρχισε μαθήματα στο Κρατικό Ωδείο, απ' όπου αποφοίτησε με υποτροφία. Τις σπουδές του, στα Ανώτερα Θεωρητικά, τη Σύνθεση και το Πιάνο, συνέχισε και ολοκλήρωσε στην Αγγλία και τη Γαλλία. Έχει ειδικευτεί στη Διεύθυνση Χορωδίας, Συμφωνικής Ορχήστρας και Ορατορίου, καθώς και στην ερμηνεία τεσσάρων οργάνων (πιάνου, βιολοντσέλου, κρουστών και όμποε).
Κατά το έτος 1960, ύστερα από ολιγόχρονη θητεία στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, ανέλαβε κατόπιν διαγωνισμού την ίδρυση και έκτοτε τη διεύθυνση του Μουσικού Τμήματος του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, ενώ επίσης είναι διευθυντής και του Ωδείου του ιδίου ιδρύματος, το οποίο με πρωτοβουλία του δημιουργήθηκε τριάντα δύο χρόνια αργότερα. Παράλληλα, κατά τα έτη 1963-4, του ανατέθη η διεύθυνση της Ορχήστρας Ελαφράς Μουσικής του τότε Ε.Ι.Ρ. και από το 1979 ως το 1984 υπήρξε περιοδικός διευθυντής της Συμφωνικής Ορχήστρας της Ελληνικής Ραδιοφωνίας. Με ενέργειές του συγκροτήθηκε το Βαλκανικό Forum χορωδιών (1999) και η Πανελλήνια Ένωση Διευθυντών Χορωδιών (2000), των οποίων έχει εκλεγεί πρόεδρος. Επί σειρά ετών, είναι μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Μουσουργών και των Διεθνών Κριτικών Επιτροπών Διαγωνιστικών Φεστιβάλ Χορωδίας, ενώ διετέλεσε και μέλος της Συγκλήτου του Ε.Μ.Π. επί μια δεκαπενταετία (1984-1998).
Στη μακρά δημιουργική του πορεία, ο Βασίλης Μακρίδης έχει συνθέσει πλήθος έργων για πιάνο, βιολοντσέλο, κρουστά και όμποε, πολυάριθμα τραγούδια (αρκετά εξ αυτών σε δικούς του στίχους) και, κατά κύριο λόγο, μεγάλα συμφωνικά και χορωδιακά έργα. Εξίσου πλούσιο είναι και το συγγραφικό του έργο, το οποίο περιλαμβάνει μεγάλο αριθμό διδακτικών συγγραμμάτων (εκδ. Ο.Ε.Δ.Β.) και ευρύτατης θεματολογίας μουσικολογικές μελέτες, Ως μουσικοπαιδαγωγός δε, έχει προσφέρει έργο ουσίας και διάρκειας αξιοζήλευτης σε πάμπολλες γενεές φοιτητών του Ε.Μ.Π.. Συν τοις άλλοις, η προσφορά του αφορά και σε πληθώρα συναυλιών, σεμιναρίων και διαλέξεων που έχει δώσει τόσο στην Ελλάδα όσο και σε χώρες του εξωτερικού. Αξιοσημείωτο είναι ότι ιδιαιτέρως υποστήριξε τις μουσικές δραστηριότητες σε αγροτικές και εργατικές περιοχές, με την πάγια πεποίθηση πως τα αγαθά της μουσικής τέχνης ανήκουν σε όλο το λαό και όχι μόνο σε κάποια κάστα προνομιούχων.
Πολιτιστικοί και πολιτειακοί φορείς της χώρας, όπως επίσης πνευματικά ιδρύματα και μουσικοί οργανισμοί της αλλοδαπής, τον έχουν κατά καιρούς τιμήσει με σημαντικές διακρίσεις. Ήδη κατά την πρώιμη φάση του έργου του, βραβεύτηκε με το Χρυσό Βραβείο Σύνθεσης της Ραδιοφωνίας της Χάγης (1964). Η Ένωση Χορωδιών Ελλάδας του έχει απονείμει την Ανώτατη Τιμητική Διάκριση (1979).