Γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1936. Πατέρας του ο στρατηγός Αντώνης Μιστριώτης και μητέρα του η Φωτεινή Λίζου.
Από πολύ μικρός εκδηλώθηκε το ταλέντο του στη ζωγραφική. Προσανατολισμός κι όνειρό του να μπει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Ομως οι γονείς του τον θέλουν γιατρό. Σπούδασε στη Σιένα της Ιταλίας. Γυρίζει με πτυχίο και ντοκτορά. Ειδικότητα ΩΡΛ παίρνει στο Ιπποκράτειο. Ασκεί το επάγγελμά του στη γενέτειρά του, που τη λατρεύει. Μα και αυτή τον τίμησε και τον τιμά.
Συγχρόνως, ούτε στιγμή δεν παύει να ασχολείται με τη ζωγραφική και τη γλυπτική. Δημιουργεί αξιόλογο έργο. Βραβεύτηκε 4 φορές από το υπουργείο Πολιτισμού. Του απονεμήθηκε επίσης το μετάλλιο «Ν. Κριεζώτης». Ηταν μέλος της Εταιρείας Ιατρών Καλλιτεχνών. Συμμετείχε σε εκθέσεις ομότεχνών του. Επισκέφθηκε όλα σχεδόν τα Μουσεία της Ευρώπης.
Σαν αγωνιστής και ουμανιστής, σαν προοδευτικός άνθρωπος, θυσιαζόταν για τους συνανθρώπους.
Κι αίφνης, του κόβεται το «νήμα της ζωής» στις 5.9.98. Δέχτηκε το «μοιραίο» στωικά. Ηταν προετοιμασμένος θαρρείς. Φιλοσοφημένη η σκέψη του για τη ζωή και το θάνατο. Την είχε διατυπώσει ακόμα από τα 32 του χρόνια (όταν ήταν φαντάρος) σ'ένα ποίημά του: «Στην ατυχία σου μην πάρεις τίποτε/ Να 'σαι ελαφρός/ χωρίς ρούχα, γυμνός./ Ετσι να μπεις στη βάρκα./ Να μην κλάψεις./ Να φύγεις με θάρρος».
Η μετριοφροσύνη, η σεμνότητα, η καλοσύνη, η πνευματικότητά του τον έκαναν προσιτό και αγαπητό σε όλους. Ο παλιός συμμαθητής και φίλος του Δημήτρης Διακομόπουλος (στο «Πανεβοϊκό Βήμα») σκιαγραφεί με ενάργεια χαρακτηριστικά στοιχεία της προσωπικότητάς του: «Ηταν η μαγιά της συντροφιάς. Μιας συντροφιάς κατοχικής καταβολής, που κρατάει πάνω από μισό αιώνα... Ο λόγος του ευθύς έως αμείλικτος. Σάρκαζε και αυτοσαρκαζόταν. Ενοχλούσε και αυτοκρινόταν. Είχε την αγωνία και την αβεβαιότητα πραγματικού στοχαστή. Τον έκαιγε το κοινωνικό πρόβλημα. Το πρόβλημα της Τέχνης. Το πολιτικό πρόβλημα. Γυρίζοντας γιατρός από τη Σιένα είχε στις αποσκευές του την παλέτα με τα πινέλα και τα χρώματα, τα ιπποκράτεια συγγράμματα και τους τόμους της αμφισβήτησης».