Γεννήθηκε στη Χαλκίδα το 1883. Φοίτησε στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, από την οποία αποφοίτησε το 1903. Υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις του Πολεμικού Ναυτικού, ενώ το 1909 πήρε μέρος στο κίνημα στο Γουδί. Το 1910 έγινε διοικητής στη βάση Φαλήρου. Συμμετείχε και στους δυο Βαλκανικούς πολέμους 1912-13 ως αρχηγός Πυροβολικού, ενώ πήρε ενεργό μέρος και στις δυο ναυμαχίες της "Έλλης" και της "Λήμνου".
Πήρε μέρος και σε πολλές αποστολές στο εξωτερικό, συνετέλεσε και στην αγορά των αντιτορπιλικών "Βασιλεύς Γεώργιος" και "Βασίλισσα Όλγα".
Διετέλεσε κυβερνήτης του αντιτορπιλικού "Πάνθηρ" και του ευδρόμου "Έλλη" και Αρχιεπιστολέας του Ναυστάθμου. Φοίτησε έπίσης στη Ναυτική Ακαδημία Πολέμου και κατόπιν έγινε Διευθυντής της. Διορίστηκε έπειτα διοικητής της Μοίρας των θωρηκτών "Κιλκίς" και "Λήμνος", Ανώτερος Διοικητής υποβρυχίων, Διοικητής Μοίρας Αντιτορπιλικών και κυβερνήτης του "Αβέρωφ". Το 1935 έγινε Γενικός Επιθεωρητής του Υπουργείου Ναυτικών. Το 1936 προήχθη σε Αντιναύαρχο κι έγινε αρχηγός του ΓΕΝ. Το 1939 έγινε αρχηγός του Στόλου και μετά από λίγο Γενικός Επιθεωρητής του Ναυτικού και της Αντιαεροπορικής Αμυνας της χώρας.
Μετά την επανάσταση του μετώπου, παρέμεινε στην Ελλάδα και ανέλαβε την αρχηγία των μυστικών ναυτικών δυνάμεων που δρούσαν στην Ελλάδα. Όταν του πρότειναν να σχηματίσει κατοχική κυβέρνηση αρνήθηκε. Την εποχή της Κατόχής συνεργάστηκε με διάφορες μυστικές υπηρεσίες και πρόσφερε πολλά στους συμμάχους. Τιμήθηκε με πολλά ελληνικά και ξένα μετάλλια και παράσημα.
Το 1944 συνελήφθη ως όμηρος από τους επαναστάτες αντάρτες. Το 1945, μετά την απελευθέρωση, ανακλήθηκε στην Υπηρεσία και διετέλεσε σε Πρόεδρος του Συμβουλίου Κρίσεως των Αξιωματικών του Ναυτικού. Διατέλεσε επίσης πρόεδρος της Ελληνικής Θαλάσσιας Ένωσης για δέκα χρόνια και του Ναυτικού Μουσείου της Ελλάδας.
Πέθανε στις 11/9/57 από συγκοπή καρδιάς και κηδεύτηκε στη Χαλκίδα.