Του Βαγγέλη Αποστόλου, Μέλος Π.Γ. ΣΥΝ, πρώην βουλευτής Εύβοιας
Ενα ερώτημα που μένει αναπάντητο κάθε φορά που οι αγρότες κινητοποιούνται είναι γιατί, αφού θέλουμε την αγροτική δραστηριότητα ως βασικό μοχλό της κοινωνικής συνοχής και συγκράτησης του πληθυσμού στην ύπαιθρο, αντιδρούμε όταν επιχειρούν να διεκδικήσουν ένα ελάχιστο βιώσιμο εισόδημα για να μπορέσουν να μείνουν στις ρίζες τους;
Ο αγροτικός κόσμος βρίσκεται αυτή την περίοδο σε αναστάτωση, όχι βέβάια γιατί έτσι συνηθίζεται -όπως θα πουν οι καλοθελητές- αλλά γιατί αυτή την εποχή αποτιμάται η σοδειά του και τη βλέπει να μειώνεται σε χρήμα παρότι αυξήθηκε σε παραγωγή. Κι αυτό γιατί το σύνολο σχεδόν των προϊόντων αντιμετωπίζει πρόβλημα διάθεσης.
Οι αγρότες αισθάνονται παρίες της οικονομικής και κοινωνικής ζωής όχι μόνο γιατί το εισόδημά τους, αν και επιδοτούμενο κατά 50%, είναι το χαμηλότερο στη χώρα -το μέσο αγροτικό εισόδημα είναι κάτω από τα όρια της φτώχειας- αλλά και γιατί οι συνθήκες διαβίωσης στην επαρχία τούς έχουν οδηγήσει στο περιθώριο.
Πώς να μη διαμαρτύρεται ο βαμβακοπαραγωγός όταν βλέπει ότι η παραγωγή του, που με τις ευλογίες της κυβέρνησης κατόρθωσε, τον οδηγεί στη μείωση του εισοδήματός του εξαιτίας του καταστροφικού για την ελληνική βαμβακοκαλλιέργεια Κανονισμού Αγοράς του 2001 και της αδυναμίας των ελεγκτικών μηχανισμών να εντοπίσουν τις παρανομίες;
Πώς να μη διαμαρτυρηθεί ο κάτοικος της υπαίθρου, όταν βιώνει μια παροχή υγείας επιπέδου ασπιρίνης και μια εκπαίδευση που εξωθεί το 45% των παιδιών του εκτός λυκείου;
Η ανασυγκρότηση της υπαίθρου και η αγροτική δραστηριότητα είναι έννοιες ταυτόσημες και πρέπει να αντιμετωπιστούν ως πρώτης προτεραιότητας εθνικό ζήτημα.
Οφείλει η κυβέρνηση, αφού δώσει λύση στο πρόβλημα της βαμβακοπαραγωγής με την αποδοχή της ποσότητας που νόμιμα παρήχθη (υπάρχει λύση που ασφαλώς τη γνωρίζει η κυβέρνηση μια και έχει εφαρμοστεί κι άλλη φορά και είναι η μέσω της ΑΤΕ ενίσχυση), να προχωρήσει άμεσα στην οργάνωση ενός ουσιαστικού διαλόγου, όχι βέβαια σαν αυτόν που γινόταν στο με ευθύνη της τότε κυβέρνησης απαξιωμένο Συμβούλιο Αγροτικής Πολιτικής. Και στο διάλογο αυτό θα πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένες προτάσεις και δεσμεύσεις με βάση την πραγματικότητα που διαμορφώνεται τόσο με τη νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική όσο και το διεθνές περιβάλλον.
Ο ΣΥΝ έχει επανειλημμένα αναφερθεί στα προβλήματα του αγροτικού χώρου και θεωρεί ότι σ' αυτό το διάλογο πρέπει να μπουν ως στόχοι:
- Η αναδιάρθρωση των αγροτικών δραστηριοτήτων προς την κατεύθυνση παραγωγής προϊόντων ζήτησης στην εγχώρια όσο και στη διεθνή αγορά.
- Η διασφάλιση της οικογενειακής εκμετάλλευσης ως βάσης της αγροτικής δραστηριότητας, αφού μόνο αυτή όχι μόνο απαντά στο μεγάλο πρόβλημα του αγροτικού κλήρου αλλά ταιριάζει και στην ιδιοσυγκρασία μας.
- Η αύξηση της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων μέσα από υψηλή προστιθέμενη αξία και η αξία αυτή επιτυγχάνεται με την παραγωγή προϊόντων κατά πρώτο λόγο ζωικής προέλευσης, που τόσο ανάγκη έχει η χώρα μας, και κατά δεύτερο λόγο ποιοτικών και ασφαλών για τη δημόσια υγεία.
- Η διασφάλιση ενός βιώσιμου αγροτικού εισοδήματος μέσα από την πολυλειτουργικότητα της αγροτικής δραστηριότητας, και την πολυαπασχόληση.
- Η διασφάλιση ποιότητας ζωής στην ύπαιθρο.
Για να πετύχουν όμως αυτές οι στρατηγικές πρέπει να γίνουν κτήμα και της αγροτικής οικογένειας. Γι' αυτό οφείλει το αγροτικό συνδικαλιστικό κίνημα να απεμπλακεί από τις κομματικές αγκυλώσεις του αγροτοπατερισμού και να συμβάλλει στην ουσιαστική ενημέρωση και συμπαράσταση στον Ελληνα αγρότη.
|