Η παράταξη "Συνεργασία Ενότητα Παρέμβαση - Οικονομολόγων" με αφορμή την επέτειο του Πολυτεχνείου, εξέδωσε την παρακάτω ανακοίνωση:
"Για άλλη μια χρονιά η τηλεόραση και τα ραδιόφωνα θα κάνουν εορταστικά αφιερώματα, οι «πολιτικοί άρχοντες» θα βγάζουν πύρινους λόγους για τη δημοκρατία μας, όλη η ελληνική κοινωνία θα χαίρεται για τους ήρωες που την έβγαλαν από τη δύσκολη θέση και την έσωσαν από τη ντροπή της.
Για άλλη μια χρονιά το ΠΑΣΟΚ θα θυμηθεί τις «αριστερές» του καταβολές και τις «αγωνιστικές» του παρακαταθήκες και, ως αντιπολίτευση πλέον, θα μιλήσει για την λιτότητα, την ακρίβεια, το οικονομικό αδιέξοδο και την εθνική υποτέλεια, στην οποία έχει ρίξει την χώρα η κυβέρνηση.
Για άλλη μια χρονιά η Νέα Δημοκρατία θα μας μιλάει για τον φιλελεύθερο χαρακτήρα της εξέγερσης -συγγνώμη, του «εορτασμού»- του Πολυτεχνείου και θα πλέκει το εγκώμιο του μεγάλου εθνάρχη και απελευθερωτή, Κωνσταντίνου Καραμανλή.
Θα μπορούσαμε και εμείς να επαναπαυτούμε στις δάφνες της δημοκρατικής νίκης μας. Δεν θα το κάνουμε, γιατί η δημοκρατία δεν γνωρίζει τρομοδικαστήρια, που κατασκευάζουν ενόχους και διασύρουν προσωπικότητες. Η δημοκρατία δεν είναι περήφανη για τις φυλακές της, ούτε κάνει διακρίσεις σε ιθαγενείς και αλλοδαπούς. Δεν συνομιλεί με επουράνιους σωτήρες και επίγειους ποιμενάρχες, δεν έχει φοβίες και ομοφοβίες, δεν επιτηρεί, δε καταστέλλει, δεν κρυφοκοιτάζει. Θέλει πολίτες, όχι υπηκόους, ούτε ιδιώτες.
Θα μπορούσαμε κι εμείς να υμνήσουμε τους εξεγερμένους ήρωες. Δεν θα το κάνουμε, όχι γιατί υποτιμούμε τους αγώνες εκείνων που αντιστάθηκαν, φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, αλλά γιατί επιμένουμε να ελπίζουμε ότι οι εξεγέρσεις και οι επαναστάσεις δεν είναι υπόθεση λίγων κι εκλεκτών. Την ιστορία δεν τη γράφουν ήρωες, «μεγάλοι άνδρες», δικαστήρια και πράκτορες. Τη γράφουν οι αγώνες, τη γράφουν τα κινήματα.
Θα μπορούσαμε κι εμείς να συμμετάσχουμε στο μνημόσυνό τους. Δε θα το κάνουμε, γιατί πίσω από μια ημερομηνία βλέπουμε τους ορίζοντες της ιστορίας. Βλέπουμε τους αγώνες που δεν δόθηκαν ακόμα. Και πρέπει να δοθούν, για να σωθούμε από τις έξυπνες βόμβες, τις πάντα «ευλογημένες από το Θεό». Τις βόμβες που λύνουν τα προβλήματα, που δεν μπόρεσαν να λύσουν οι καλοπληρωμένοι διαμεσολαβητές, υπουργοί και ειρηνοποιοί.
Πρέπει να δοθούν, γιατί η φτώχεια και η ανεργία δεν είναι στατιστικοί δείκτες, ούτε αποτελέσματα φυσικής επιλογής. Είναι πραγματικότητες, όχι μόνο για τον τρίτο κόσμο αλλά και για την «πολιτισμένη» δύση μας. Οι αγώνες δεν μπορούν να έχουν τέλος, όταν χιλιάδες άνθρωποι εξαναγκάζονται -μαντέψτε από ποιους- να ζήσουν ή να πεθάνουν στα σύνορα μιας πιο «πολιτισμένης» εκμετάλλευσης.
Δεν μπορούν να έχουν τέλος, γιατί κανείς δεν δικαιούται να κλείνεται στο σπίτι του -όσο έχει ένα- όταν του στερούν την ίδια του την πόλη. Κανείς δεν δικαιούται να αποδέχεται αδιαμαρτύρητα το διασυρμό της ανθρώπινης νοημοσύνης, που διεξάγεται κάθε μέρα μέσα στο ίδιο του το σαλόνι ή την κουζίνα (εξαρτάται που έχει τοποθετήσει την τηλεόρασή του). Κανείς δε δικαιούται να κλείνει τα μάτια μπροστά στο βιασμό της γυναικείας αξιοπρέπειας και την καταπάτηση των στοιχειωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Κάπου εδώ θα περίμενε κανείς έναν «υπερεπαναστατικό» επίλογο.
Η πρώτη, όμως, επαναστατική πράξη, στους καιρούς που η πίστη, η υπακοή και η ψευτοασφάλεια της απομόνωσης έχουν αντικαταστήσει την αναζήτηση της αλήθειας, είναι να αναμετρηθούμε με την πραγματικότητα".
|