Η βουλευτής Ευβοίας του ΛΑΟΣ, κα Ουρανία Παπανδρέου - Παπαδάκη, κατέθεσε μια σειρά ερωτήσεων για διάφορα θέματα.
Στον υπουργό Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, για τα κέντρα απεξάρτησης. Η κα Παπανδρέου αναφέρει ότι η κυβέρνηση μελετά την υποχρηματοδότηση των Κέντρων Πρόληψης, ξεπερνώντας κάθε προηγούμενο με τα 17 εκατομμύρια ευρώ που σήμερα οφείλονται συνολικά στις δομές, παραγκωνίζοντας τις δεσμεύσεις της περί επίλυσης του θεσμικού προβλήματός τους και τις διαβεβαιώσεις της περί εξασφάλισης της χρηματοδότησής τους. Ρωτάει τον αρμόδιο υπουργό να προτίθενται να κινηθούν άμεσα ώστε να καταβάλουν ο ΟΚΑΝΑ και η ΚΕΔΚΕ τις οφειλές τους προς τα Κέντρα Πρόληψης, που ανέρχονται πλέον στο ποσό των 17 εκατομμυρίων ευρώ, και ώστε όλοι ανεξαιρέτως οι εργαζόμενοι των 71 Κέντρων Πρόληψης να πληρωθούν κανονικά τους μισθούς τους τον προσεχή Δεκέμβριο.
Με ερώτησή της στον υπουργό Οικονομικών αναφέρεται στα επιδόματα των τρίτεκνων οικογενειών και σε ενδεχόμενη περικοπή τους και ρωτάει για τη θέση του υπουργείου. Με άλλη ερώτησή της θέτει το θέμα των επιδομάτων στις πολύτεκνες οικογένειες.
Στον ίδιο υπουργό, η κα Παπανδρέου κατέθεσε ερώτηση για τα δώρα των Χριστουγέννων. Ρωτάει τον υπουργό για τη θέση του υπουργείου στο συγκεκριμένο θέμα και για το ποιες είναι οι κατηγορίες μισθωτών και συνταξιούχων που με το υπάρχον καθεστώς δικαιούνται το δώρο των Χριστουγέννων.
Με ερώτησή της στον υπουργό Δικαιοσύνης, αναφέρεται στις φυλακές Αμφισσας. Η βουλευτής αναφέρεται στις άσχημες συνθήκες που επικρατούν, όπου δεν υπάρχουν τα απαραίτητα για τη διαβίωσή τους, ενώ στοιβάζονται άτομα με μικρές ποινές κάτω των 2 ετών.
Για τη βία κατά των γυναικών
Τέλος, η κα Παπανδρέου, κατά την εισήγηση στη Βουλή για το θέμα της βίας κατά των γυναικών σημείωσε ότι:
"...Η χώρα μας δεν αποτελεί εξαίρεση όσον αφορά το πρόβλημα της βίας κατά των γυναικών. Εκατοντάδες γυναίκες κάθε χρόνο πέφτουν θύματα βίας και κάθε μορφής κακοποίησης και εκμετάλλευσης, ενώ τα περιστατικά σπάνια φτάνουν στη δημοσιότητα. Τον Ιούνιο του 2006 η Διεθνής Αμνηστία δημοσίευσε μια έκθεση που αφορούσε γυναίκες και κορίτσια θύματα βίας αλλά και εμπορίας με σκοπό την σεξουαλική εκμετάλλευση στην Ελλάδα. Σύμφωνα με αυτή την έκθεση τα ποσοστά αυτών των γυναικών έχουν δεκαπλασιαστεί την τελευταία δεκαετία. Φυσικός αυτουργός της βίας μπορεί να είναι ο ίδιος ο σύζυγος ή κάποιος άλλος, ενώ ηθικός αυτουργός είναι το ίδιο το κράτος το με το ελλιπές νομοθετικό πλαίσιο που υπάρχει αλλά και τις ανύπαρκτες κοινωνικές δομές του, αδυνατεί να προστατέψει τη γυναίκα. Η αναφορά σε αυτό το πολύ σημαντικό θέμα μόνο σε περιπτώσεις παγκοσμίων ημερών όπως η χθεσινή, αλλά και η σημερινή ή στους στενούς κύκλους του φεμινιστικού κινήματος όχι μόνο δεν αρκεί αλλά και περιορίζει τη δημοκρατική ανάπτυξη της κοινωνίας μας.
Η πρώτη σχετική έρευνα που ολοκληρώθηκε στη Χώρα μας το 2003 κατέδειξε ότι καίτοι το φαινόμενο έχει λάβει μεγάλη έκταση, μεγάλο ποσοστό γυναικών είτε δεν αναγνωρίζει ότι η συμπεριφορά που υφίσταται στο οικογενειακό του περιβάλλον συνιστά καταχρηστική συμπεριφορά που εντάσσεται στην έννοια της βίας, είτε αυτοενοχοποιείται (33.3%), έχοντας εσωτερικεύσει τα στερεότυπα που συνδέονται με τους ρόλους των δύο φύλων.
Σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Κοινωνικής Υποστήριξης Γυναικών (Κ.Κ.Υ.Γ.), το οποίο αποτελεί μία μη κυβερνητική οργάνωση με έδρα τη Θεσσαλονίκη, από το Νοέμβριο του 1998 μέχρι τον Οκτώβριο του 2008 1.100 περίπου γυναίκες ζήτησαν τη βοήθεια του Κέντρου. Οι γυναίκες που υφίστανται βία και έκαναν χρήση των υπηρεσιών του Κ.Κ.Υ.Γ. ήταν έγγαμες (σε ποσοστό 66,9%), άνεργες (55,8%), απόφοιτες Λυκείου (26,5%), ενώ ο μέσος όρος ηλικίας τους ήταν 40,3 έτη. Το 79,4% είχε υποστεί βία από το σύζυγο ή το σύντροφό τους.
Δυστυχώς η χώρα μας δεν διαθέτει νομικό οπλοστάσιο. Στον ελληνικό Ποινικό Κώδικα δεν υπάρχει καν ο όρος «βία κατά των γυναικών», η απουσία δε αυτού του όρου δημιουργεί προβλήματα, τα οποία μάλιστα γίνονται ιδιαίτερα αισθητά στις περιπτώσεις της συζυγικής και της οικογενειακής βίας. Επειδή πολύ συχνά ακούγεται ο ισχυρισμός ότι είναι δυνατή η πάταξη του φαινομένου με τις υπάρχουσες ποινικές διατάξεις, θεωρώ αναγκαίο να αναφερθώ σε κάποια από τα προβλήματα που δημιουργεί η απουσία της συγκεκριμένης νομοθετικής ρύθμισης.
- Δεν διώκεται ποινικά ο δράστης της ψυχολογικής βίας και των ψυχικών τραυμάτων που δημιουργούνται από τη λεκτική βία ή από άλλες παρενοχλήσεις, επειδή κατά κανόνα λαμβάνεται υπόψη μόνο η σωματική βία που προσβάλλει τη ζωή ή τη σωματική ακεραιότητα του ατόμου.
- Η οικογενειακή βία δεν ανήκει στις καταστάσεις που δίνουν δικαίωμα στην παρέμβαση της Δικαιοσύνης.
- Η απουσία του όρου «βία κατά των γυναικών» ή «κακοποίηση γυναικών» και άλλων συναφών όρων έχει δυσμενείς συνέπειες και στον τομέα της παροχής προστασίας εκ μέρους της αστυνομίας. Μη υπάρχοντος νομικού πλαισίου δεν είναι δυνατή ούτε η αστυνομική επέμβαση".
Η κα Παπανδρέου κατέθεσε τις παρακάτω προτάσεις:
"- Ηρθε ο καιρός (πρώτον) να γίνει επιτέλους αυστηρότερη, η εφαρμογή του νόμου απέναντι σε πραγματικούς εγκληματίες (είτε συζύγους -είτε αδελφούς-είτε πολλές φορές γιους και φίλους) που αρνούνται πεισματικά και υποτιμητικά να αναγνωρίσουν στη γυναίκα τη θέση που της αρμόζει, την ισότητα στη ζωή, στα δικαιώματα, τις αξίες και τις δυνατότητες.
Τα κενά πολλά και οι ελλείψεις στην ελληνική νομοθεσία ας καλυφθούν επιτέλους και ας προσαρμοσθούν με τα διεθνή δεδομένα.
(Δεύτερον) Ουσιαστική εμπλοκή της πολιτείας, του κράτους πρόνοιας μέσω παρεμβατικών δομών και στρατηγικών και κυρίως δράσεων. Εμπλοκή ειδικών επιστημόνων που θα είναι αρωγοί και προστάτες της γυναίκας που εκπέμπει σήμα κινδύνου απέναντι σε κάθε μορφή βίας.
Η εξάλειψη του φαινομένου είναι ζήτημα υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ζήτημα δικαίου, ζήτημα πολιτισμού, ζήτημα ευθύνης, αλλά και υποχρέωση όλων μας με οποιονδήποτε τρόπο και κόστος".