Το Καρναβάλι στη Σκύρο είναι πραγματικά αυθεντικό και αχαλίνωτο. Όλα τα στοιχεία - μορφές που είναι μισές άνθρωπος και μισές ζώο, οι αλλόκοτες μάσκες, οι μεταμφιέσεις σε γυναίκα, τα κουδούνια, οι παντομίμες, οι παρωδίες και τα αισχρόλογα - μοναδικά, φτάνουν στο απόγειο. Το κρασοπότι φημισμένο για όλες τις εποχές του χρόνου, τις τρεις εβδομάδες της Αποκριάς ξεπερνά κάθε όριο.
Η βωμολοχία φημισμένη και αυτή στη Σκύρο και που δεν περιορίζεται μόνο στον άρρενα πληθυσμό, γίνεται ακόμα πιο άσεμνη στο Καρναβάλι. Καλόκαρδες αισχρολογίες αναβρύζουν μέσα από τα σατιρικά ποιήματα και τις διαλογικές ρύμες που αυτοσχεδιάζονται την Αποκριά.
Ο πανηγυρισμός συνεχίζεται και τη Καθαρή Δευτέρα, πρώτη μέρα της νηστείας. Οι γυναίκες ντύνονται άντρες, οι άντρες μεταμφιέζονται διαφορετικά, μα όλοι φορούν τις ωραίες τοπικές φορεσιές. Τα παιδιά μιμούνται τους γέρους, με τενεκεδένια κουτιά γύρω στη μέση τους, ή σηκώνουν ενός φαρμακερού φυτού που το λένε «καρώνα»: ο ιερός νάρθηξ του Διονύσου.
Το κρασοπότι κι ο γενικός χορός συνεχίζονται αδιάκοπα ως αργά τη νύχτα της Δευτέρας, χωρίς καμιά ένδειξη μετάνοιας από τους εορταστές, που απέχουν μόνο από ορισμένες τροφές
Τις δυο τελευταίες Κυριακές της Αποκριάς, της Κρεατινής και ιδίως της Τυρινής, στην κεντρική πλατεία και τα σοκάκια της πόλης της Σκύρου περνάει η πομπή που την αποτελούν οι γέροι, οι κορέλλες και οι Φράγκοι, ενώ οι κάτοικοι της Σκύρου περιμένουν συναγμένοι. Οι χορευτές κατεβαίνουν όλο το δρόμο και φτάνουν στην πλατεία. Οι κορέλλες χοροπηδούν χαριτωμένα γύρω κι ανάμεσα από τους γέρους, οι Φράγκοι σκιρτούν φυσώντας τους κόχυλες.
Κάποτε οι κορέλλες πάνε μπρος από τους γέρους κι άλλοτε γυρίζουν και χορεύουν κοντά τους κι άλλοτε πάλι περιμένουν πίσω και συναντούν άλλες κορέλλες, που προπορεύονται από άλλους γέρους.
Σ' ορισμένο σημείο οι κορέλλες πιάνονται όλες μαζί χέρι με χέρι και, για ν' αφήσουν τους γέρους να ξεκουραστούν, τραγουδούν το «τραγούδι της κορέλλας», μια πάρα πολύ αργή μελωδία με άγριο και ακανόνιστο ρυθμό. Όταν τελειώσουν οι κορέλλες, οι γέροι «γυρίζουν» το τραγούδι βροντώντας τους ρυθμούς του με τα κουδούνια τους.
Ενας φόβος κυριεύει όποιον βλέπει για πρώτη φορά την πομπή της Απόκριας να κατεβαίνει από τους δρόμους της Σκύρου. Αξαφνα φανερώνονται οι Γέροι, μισοί άνθρωποι και μισά ζώα. Το πάνω μέρος του κορμιού τους είναι τριχωτό, το κεφάλι τους αναμαλλιασμένο, το πρόσωπό τους σαν του τράγου κι από τη μέση τους κρέμονται κυπροκούδουνα. Φορούν μέσα - έξω το μακρύ φαρδύ καπότο τους κι η φλοκάτη του φόδρα τους δίνει μιαν άγρια όψη. Η ράχη, φουσκωμένη με κουρέλια, σχηματίζει μια τρομαχτική καμπούρα. Η κουκούλα του καπότου σφίγγεται με άσπρο τσοπάνικο ζουνάρι περασμένο πίσω απ' το κεφάλι και τις δυο άκρες του φερμένες πάνω στο στήθος την στεριώνει ένα όμορφο μαντήλι στο λαιμό, που το στολίζουν φρεσκοκομμένα αγριολούλουδα. Ξύλινες λαιμουδαριές για πρόβατα και γίδια είναι περασμένες στην τριχιά, που ζώνει τον χορευτή. Απ' τις λαιμουδαριές κρέμονται κριαροκούδουνα, τροκάνια και κοπριά με λογής - λογής σχήματα, μεγέθη και ήχους. Οι πιο δυνατοί Γέροι μπορεί να φορούν από 50 έως 80, ίσως και παραπάνω, απ' αυτά τα κουδούνια, που έχουν διάμετρο από 5 έως 25 πόντους και συνολικό βάρος καμιά φορά πάνω από 40 κιλά. Τις άκρες του καπότου τις τυλίγουν γύρω από τη μέση για να μην πνίγεται ο ήχος των κουδουνιών όταν ο χορευτής κινείται ρυθμικά.
Η «Κορέλλα» είναι ένας νέος που μεταμφιέζεται σε κόρη, φορώντας ωραίο σκυριανό νυφικό. Πρώτα ένα άσπρο μισοφόρο με πολλά φύλλα κι ένα «πουκάμισο» με απλά κεντίδια. Ύστερα, ένα όμορφο φόρεμα που το λέμε «το καλό πουκάμισο με τα χρυσά» καμωμένο από δύο διαφορετικά υφάσματα. Το επάνω μέρος είναι από λεπτό μεταξωτό με θαυμάσιο βαθύ χρώμα κρεμεζί, πορτοκαλί, χρυσοκόκκινο ή πράσινο, το κάτω μέρος, η σκούπα, είναι πάντα από βαρύ άσπρο ύφασμα, που γίνεται με κουκλόνημα και μπαμπάκι ή λινάρι. Τα φαρδιά μανίκια, η τραχηλιά κι ο γύρος της σκούπας είναι κεντημένα με χρυσές ή πολύχρωμες μεταξωτές κλωστές. Από πάνω φορούν το «μεντενέ», ένα κοντό ζακέτο με φαρδιά μανίκια, μεταξωτό ή από χρωματικές κλωστές ζώνη πάνω σε μετάξι ή σε βελούδο με ψιλοδουλεμένες πόρπες. Ασημένια ή χρυσωμένα γιορντάνια, μια σάρπα με φράντζες και δύο ψεύτικες κοτσίδες με μεταξωτές κορδέλες, συμπληρώνουν την αμφίεση. Η Κορέλλα όμως φοράει άσπρες γκέτες και τροχάδια. Για να σκεπάσει το πρόσωπο βάζει μοντέρνα μάσκα ή διάφανη σάρπα ή κάποτε χάρτινη μουτσούνα με κόκκινα μάγουλα και βαμμένα χείλια ή τέλος τομάρι από κατσικάκι. Στο χέρι βαστά ένα μικρό ραβδί. Πραγματικά η Κορέλλα μεταμφιέζεται σε Σκυριανή νύφη.
Ο «Φράγκος» είναι ο άλλος σπουδαίος παράγοντας. Κανείς δεν ξέρει γιατί τους λένε Φράγκους και ποια σχέση έχει το όνομά τους με τους Φράγκους που κατέλαβαν τη Σκύρο γύρω στα 1270. Παρατηρείται όμως πως στη σύγχρονη Ελλάδα λένε «Φράγκους» εκείνους που μιμούνται τους Ευρωπαίους. Και πράγματι ο Φράγκος ντύνεται ευρωπαϊκά. Μπορεί να φορέσει ό,τι θέλει, ακόμα και μοντέρνα γυναικεία φορέματα. Για μάσκα έχει γιδοτόμαρο ή προβιά, άλλοτε μόνο ένα μαντήλι δεμένο σε όλο το πρόσωπο. Ο Φράγκος έχει πάντα ένα κουδούνι κρεμασμένο πίσω του και βαστάει έναν κόχυλα -από αυτούς που έχουν τα ψαροκάικα και τους βαρούν όταν θέλουν να τ' ακούσουν από μακριά. Τζόυ Κουλεντιανού - Εθνογράφος
|