Ο Μαρδοχαίος Φριζής γεννήθηκε το 1893 στη Χαλκίδα. Το όνειρό του ήταν να γίνει αξιωματικός. Δίνει εξετάσεις στη Σχολή Ευελπίδων. Δεν έρχεται πρώτος και αυτό το θεωρεί υποτιμητικό. Εγκαταλείπει τη Σχολή. Δίνει εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο και πετυχαίνει στη Νομική. Την περίοδο εκείνη συνδέεται με τον Κονδύλη, στον οποίο εκφράζει την επιθυμία του «να γίνει στρατιώτης». Μπαίνει στη Σχολή Εφέδρων Αξιωματικών, από την οποία αποφοιτά το 1916.
Παίρνει μέρος στη μικρασιατική εκστρατεία. Η υποχώρηση τον βρίσκει στη Σμύρνη, όπου πιάνεται αιχμάλωτος. Οι Ισραηλινοί, που πληροφορούνται το γεγονός, συγκεντρώνουν χρήματα για να τον απελευθερώσουν. Αρνείται. «Ό,τι είναι να γίνει θα γίνει για όλους», λέει. Ένα χρόνο αργότερα αφήνεται ελεύθερος μαζί με τους υπόλοιπους Έλληνες αξιωματικούς.
Πριν από τη Σμύρνη και την αιχμαλωσία παίρνει μέρος στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο και στην εκστρατεία στην Ουκρανία.
Το 1936 μετατίθεται στην Κρήτη και του ανατίθεται ο τομέας λογοκρισίας επί του Τύπου. «Δεν κάνει σωστά τη δουλειά του» και μετατίθεται στο Δελβινάκι.
Εκεί συνδέεται με τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα, ο οποίος τον επισκέπτεται συχνά και παίζουν σκάκι.
Ανθρωπος ο οποίος δεν ήθελε να έχει εκκρεμότητες, δύο μήνες πριν ξεσπάσει ο πόλεμος γράφει στη γυναίκα του: «Σήμερα ήλθον με αυτοκίνητον από το Χάνι Δελβινακίου (σύνορα), πήρα τας αποσκευάς μου και αποχωρώ αμέσως λόγω της κηρυχθείσης επιστρατεύσεως εν Ηπείρω. Εις Ιόπην έχω αφήσει τα χρήματα και τα βιβλιάρια Τραπέζης και Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Διά τα πράγματα να κάνεις όπως συνεννοηθείς με τη Βικτωρία. Χρήματα θα σου δώσει η Ιόπη όσα χρειάζονται καθώς και τα έξοδα τα δικά σου που ήλθες και θα επιστρέψεις. Εις την Ηλεκτρικήν Εταιρείαν έχω προκαταβάλει 200 δραχμές. Σου αφήνω την πρωτοβουλίαν να κάμνεις ό,τι θέλεις διότι δεν έχω νουν εις το κεφάλι. Να πάρετε το απολυτήριο του μπέμπη. Σε φιλώ Κάλλης». (Όλως περιέργως, όπως λέει ο Ιάκωβος Φριζής, το χαϊδευτικό του Μαρδοχαίου ήταν Κάλλης).
Ήταν ψηλός. Καβάλα στο άσπρο του άλογο «πετούσε από νίκη σε νίκη» τις ημέρες της μεγάλης αντεπίθεσης. Δελβινάκι, Καλπάκι, Κόνιτσα, Καλαμάς, Πόγραδετς, Πρεμετή. Εκεί, στην κορυφή Βίστριτσα, στις 5 Δεκεμβρίου του 1940, ο συνταγματάρχης Μαρδοχαίος Φριζής γίνεται θρύλος. Αρνείται να αφιππεύσει όταν τον χτυπούν ιταλικά αεροπλάνα. Είχε προσπαθήσει να αποκόψει τις ιταλικές δυνάμεις που υποχωρούσαν. Σκοτώνεται. Σε μια ήρεμη γωνιά της αλβανικής γης, κάτω από μια πελώρια βελανιδιά, οι στρατιώτες του τον θάβουν, όπως ήταν, με τη ματωμένη στολή. «Και ήτανε και Εβραίος λένε στις μεταξύ τους κουβέντες». Αν και ήταν ο πρώτος συνταγματάρχης του Ελληνικού Στρατού που σκοτώθηκε στο αλβανικό μέτωπο, η φήμη του Φριζή περιορίστηκε σε όσους τον γνώριζαν, σε όσους τον έζησαν από κοντά. Επίσημα η Πολιτεία, παρά τα εμπνευσμένα λόγια μέχρι σήμερα, δεν τον έχει τιμήσει.
Και έτσι η η ηρωική πορεία του Εβραίου συνταγματάρχη χάνεται στη σκιά ενός άλλου συνταγματάρχη, του Δαβάκη, ο οποίος όμως σκοτώθηκε τον Ιανουάριο του 1943, όταν αγγλικά αεροπλάνα βομβάρδισαν ιταλικό πλοίο, το οποίο μετέφερε Έλληνες αιχμαλώτους.
Το σχέδιο απώθησης Πριν ακόμη κηρυχθεί ο πόλεμος, ο Φριζής είχε εκπονήσει σχέδιο απώθησης του εχθρού σε περίπτωση επίθεσης.
Ο Παπάγος το εγκρίνει. Όταν άρχισε ο πόλεμος, οι δυνάμεις του Δαβάκη άρχισαν να υποχωρούν άτακτα. Η διοίκηση των ελληνικών δυνάμεων ανατίθεται στον Βασίλειο Βραχνό.
Ο Δαβάκης τραυματίζεται την έκτη ημέρα και αποχωρεί τραυματισμένος από το μέτωπο. Στην 8η Μεραρχία δημιουργείται το απόσπασμα Φριζή, στον Αώο ποταμό.
Στις 10 Νοεμβρίου παίρνει εντολή να κινηθεί στη δεξιά πλευρά του μετώπου για να σταματήσει την υποχώρηση. Τα καταφέρνει και ταυτόχρονα προετοιμάζει τους στρατιώτες του για την αντεπίθεση. Το δύσβατο της περιοχής τον βοηθά. Ελευθερώνει την Κόνιτσα και προχωρά.
Όλοι πια μιλούν για τον Φριζή, τον αξιωματικό, ο οποίος ήταν ο πραγματικός υπεύθυνος της απωθήσεως του εχθρού και αυτός που έβαλε τα θεμέλια της νίκης. «Αν η Ελλάς χάρισε την πρώτη νίκη στους συμμάχους, ο Φριζής χάρισε την πρώτη νίκη στα ελληνικά όπλα», έγραφε χρόνια αργότερα ένας εκ των επιτελών της 8ης Μεραρχίας.
Οι πρώτοι αιχμάλωτοι Η ομάδα του Φριζή είναι επίσης αυτή που συλλαμβάνει τους πρώτους αιχμαλώτους πολέμου και που κράτησε τη γέφυρα του Καλαμά απωθώντας τους «Κενταύρους». Περίπου 700 Ιταλοί πιάστηκαν αιχμάλωτοι. Οι ανώτεροί του εκφράζουν τον θαυμασμό τους. Προωθείται προς το αλβανικό έδαφος. Ποτάμια, χαράδρες, βράχια, αίμα, πορείες στο χιόνι και τις ανεμοθύελλες.
Και φτάνει στην Πρεμετή. Ο θάνατος τον βρήκε όρθιο, στην προσπάθειά του να προστατεύσει τους στρατιώτες του. «Πελώρια κούτσουρα με μεγάλες λαμπάδες φλογών μας στεγνώνουν, ενώ ακούμε να μας ζωγραφίζουν έναν συνταγματάρχη, που είχε πέσει στη μάχη από βόμβα εχθρικού αεροπλάνου.
Αυτός ο άνθρωπος διηγείτο ένας ταγματάρχης δεν ήξερε τι θα πει πλευροκόπηση. Δεν καταδεχόταν τις κυκλωτικές κινήσεις. Συνέχιζε τη φοβερή παράδοση του Βελισσαρίου και του Ιατρίδη. Δεν ήξερε παρά την κατά μέτωπον επίθεσιν, μέσα σ' όλα, πρώτος αυτός και καλύτερος, καβάλα στ' άλογο. Και ήταν Εβραίος. Μάλιστα. Είχε γλιτώσει τόσες φορές από τον θάνατο, που πίστευε ότι ποτέ δεν θα τον πάρη εχθρικό βλήμα. Έτσι, στον βομβαρδισμό έμεινε καβάλα. Τον ικετεύαμε να φυλαχθή. Δεν κατεβαίνω, απαντούσε, δεν τους κάνω αυτή την τιμή! Μια βόμβα έπεσε, τέλος, μπροστά του και τον χάσαμε από τα μάτια μας».
Έτσι περιγράφει τον αξιωματικό Φριζή ο Σπύρος Μελάς στην «Εστία»της 31- 12-1940, 26 μέρες μετά τον θάνατο του συνταγματάρχη.
Μετά τη «θυσία» του Φριζή, ο Μεταξάς και οι επικεφαλής των Ενόπλων Δυνάμεων στέλνουν συλλυπητήρια τηλεγραφήματα στα οποία τον υμνούν για το θάρρος και την ανδρεία του. Όμως, παρά τα συγκινητικά λόγια και τα εύγε, η πατρίς, αν και δήλωνε ευγνωμονούσα, δεν τίμησε τον Φριζή επίσημα.
Τι είπε ο Παπάγος Το γεγονός αυτό ενοχλεί ακόμη και τον στρατηγό Παπάγο, ο οποίος το 1954 με επιστολή του προς τον τότε Πρωθυπουργό και τον τότε Αρχιεπίσκοπο Σπυρίδωνα (φίλο του νεκρού συνταγματάρχη) ζητά την αναγνώρισή του: «Η πατρίς εκτιμώσα πλήρως τας υπηρεσίας του συνταγματάρχου Φριζή, ολοκληρωθείσας διά του ηρωικού θανάτου αυτού, το δε κράτος κατανοών και τη σκοπιμότητα της ενεργείας ταύτης, θέλει να συνδράμη κατά το δυνατόν την εκδηλωθησομένην τοιαύτην πρωτοβουλίαν».
Από τότε πέρασαν σχεδόν πενήντα χρόνια. Ο γιος του Μαρδοχαίου Φριζή Ιάκωβος όλο αυτό το διάστημα έχει στείλει περισσότερες από 2.000 επιστολές, εκατοντάδες έγγραφα που αποδεικνύουν τη δράση του πατέρα του σε όλους τους αρμόδιους φορείς. Όμως ακόμη περιμένει τη στιγμή που θα τον καλέσουν σε μια επίσημη τιμητική εκδήλωση.
Ο ίδιος εκτιμά ότι η «τιμή καθυστερεί» γιατί ο συνταγματάρχης ήταν Εβραίος. Πικραίνεται γιατί το έπος της Πίνδου έχει ταυτιστεί με τον Δαβάκη, αν και αυτός αποχώρησε τις πρώτες ημέρες του πολέμου τραυματίας και σκοτώθηκε τρία χρόνια αργότερα. Αγανακτεί γιατί έπειτα από τόσα χρόνια δεν ενδιαφέρθηκε κανείς για να βρεθεί το σημείο ταφής και να μεταφερθούν τα οστά στην Ελλάδα. Ένα αίτημα το οποίο έχει υποβάλει και πριν απο λίγο καιρό στον ακόλουθο Αμυνας της ελληνικής πρεσβείας στα Τίρανα. (από την εφ. "ΝΕΑ")
|