Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτίθεται να ζητήσει τις απόψεις των εκπροσώπων των εργαζομένων και των εργοδοτών (των κοινωνικών εταίρων) για τον τρόπο κάλυψης των κενών στην ισχύουσα νομοθεσία που στοχεύει στη μείωση της έκθεσης των εργαζομένων σε ουσίες που προκαλούν καρκίνο και άλλα σοβαρά προβλήματα για την υγεία. Εκτιμάται ότι 32 εκατομμύρια άτομα εκτίθενται σε τέτοιου είδους ουσίες σε επίπεδα που υπερβαίνουν το όριο ασφάλειας. Επίσης, 35.000 έως 45.000 θάνατοι από καρκίνο ετησίως οφείλονται στην έκθεση σε επικίνδυνες ουσίες στον χώρο εργασίας. Το κόστος ενός θανάτου που προκαλείται από επαγγελματική ασθένεια ανέρχεται, κατά μέσο όρο, σε 2,14 εκατομμύρια ευρώ, ενώ το συνολικό κόστος σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης υπερβαίνει τα 70 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Το έγγραφο διαβούλευσης επικεντρώνεται σε τέσσερα βασικά ερωτήματα:
Θα ήταν σκόπιμο η ισχύουσα οδηγία για την έκθεση σε καρκινογόνες ουσίες να επεκταθεί και σε ουσίες που είναι επιβλαβείς για την αναπαραγωγή;
Οι τοξικές ουσίες δεν προκαλούν μόνο διάφορα είδη καρκίνου, αλλά μπορεί να είναι επιβλαβείς για την αναπαραγωγή και την ανάπτυξη. Έχουν επίσης διαπιστωθεί και άλλες αρνητικές επιπτώσεις ακόμη και σε χαμηλά επίπεδα έκθεσης.
Θα πρέπει να αυξηθεί ο αριθμός των ουσιών που καλύπτονται από την οδηγία;
Η ισχύουσα οδηγία δίνει οριακές τιμές - τα ανώτερα επίπεδα έκθεσης - για τρεις καρκινογόνες ουσίες. Σε εθνικό επίπεδο, ορισμένα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει νομοθεσία μόνο για τις τρεις αυτές ουσίες, ενώ η νομοθεσία σε άλλα κράτη μέλη θεσπίζει οριακές τιμές για πολλές άλλες ουσίες. Συνεπώς, το επίπεδο προστασίας διαφέρει μεταξύ των κρατών μελών.
Είναι κατάλληλα τα επίπεδα των ουσιών αυτών που καθορίζονται στην ισχύουσα οδηγία;
Θα πρέπει να ληφθούν μέτρα για να καταστούν οι διαδικασίες που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία απλούστερες και περισσότερο προσαρμοσμένες στην επιστημονική πρόοδο;
Η διαδικασία για την προσαρμογή των οριακών τιμών της σχετικής οδηγίας είναι ιδιαίτερα περίπλοκη, δεδομένου ότι προϋποθέτει την τροποποίηση της οδηγίας και στη συνέχεια την ενσωμάτωση των νέων ορίων στην εθνική νομοθεσία. Ως εκ τούτου, μεσολαβεί ένα διάστημα μεταξύ της τεχνολογικής και της επιστημονικής προόδου και της εφαρμογής της στο χώρο εργασίας. Θα ήταν σκόπιμο να εφαρμοστεί μια περισσότερο ευέλικτη διαδικασία που θα αντιδρά με ταχύτερο ρυθμό στις επιστημονικές εξελίξεις, σε περίπτωση που διαπιστώνεται ότι τα υφιστάμενε επίπεδα χρήζουν αναθεώρησης.
|