Ήταν μια στιγμή που ένιωσα κάτι παράξενο να σκιρτά μέσα μου. Και δεν είναι μήτε της χαράς αυτό το σκίρτημα, μήτε της λύπης. Αυτό μου συνέβη την πρώτη φορά που γνώρισα τον "οδοντωτό", το μικρό, κουκλίστικο τρενάκι, που ενώνει το Διακοφτό με τα Καλάβρυτα. Όταν το τρενάκι ξεκίνησε από το Διακοφτό γλίστρησε με γρηγοράδα ανάμεσα στις κερασιές και στα χρυσόφυλλα αμπέλια του κάμπου. Μα σιγά-σιγά, όσο ζύγωνε στα βουνά και άρχισε ο ανήφορος, λιγόστευε την τρεχάλα του κι άρχιζε να ξεφυσά βαριά, λαχανιασμένο. Ξάφνου το ποτάμι που σερνόταν δίπλα μας έγινε πιο φαρδύ και ορθώθηκε απότομα. Όσο πήγαινε αγρίευε όλο και περισσότερο ο Βουραϊκός. Πηδούσε αφρισμένος, έξαλλο αγρίμι, σα να έτρεχε να γλιτώσει απ' το τραίνο, που το λέρωνε με την καρβουνόσκονη, θεόρατα πλατάνια, που έλεγες πως άγγιζαν με τις φτερωτές κορφές τους τα σύννεφα, αγκάλιαζαν το ποτάμι. Βράχοι πελώριοι, τόσοι που να μην μπορεί να τους αγκαλιάσει το μάτι στέκουν θλιβερά μόνοι και αν σήκωνες το βλέμμα σου, θα έβλεπες μαυριδερές σπηλιές που ο χρόνος είχε αφήσει πάνω τους τα αποτυπώματα του και ίσως να άκουγες τα βουίσματα μελισσών που φώλιασαν μέσα στους βράχους.
Σταλαχτίτες... Υπομονετικός ο χρόνος έφτιαξε αγάλματα που θα ζήλευε ως και ο καλύτερος γλύπτης. Μια γοργόνα με σμαράγδινα μαλλιά, μια περικεφαλαία αριστουργηματική, ατέλειωτα έργα, ατέλειωτη μαγεία.
Στη γρήγορη εναλλαγή των εικόνων, ένιωθα έντονο της γης το κράτημα. Και μόνο στα σκοτεινά τούνελ όταν με έπνιγε ο καπνός θυμόμουν την κούραση του πολύωρου ταξιδιού. Όμως το ξαναντίκρισμα του ήλιου διαλύθηκαν οι κακές σκέψεις και η ψυχή αφέθηκε πάλι στη χαρά.
Από μακριά ξεχώριζε λευκόμαυρο το Μέγα Σπήλαιο στους απάτητους βράχους του στηρίχθηκε ένα από τα μεγαλύτερα και ωραιότερα φρούρια του χριστιανισμού και στις βραχοσπηλιές έβρισκαν καταφύγιο οι αγωνιστές του 21. Οι σταλαγματιές που σιγοστάζουν, μουσκεύοντας τη γη, μουρμουρίζουν ιστορίες για τραγούδια, για γλέντια και για μυστικές συνάξεις.
Και συχνά μαζί με τις σταλαγματιές που πέφτουν απ' της σπηλιάς την κορυφή ανακατεύουσι στο χώμα και οι ζεστές πλατιές στάλες που τρέχουν από τα μάτια του προσκυνητή.
Νάνση Κρητικού
|