Τα σπίτια της εποχής αυτής δεν αποτελούν μια απλή λύση στεγαστικής ανάγκης, αλλά χαρακτηρίζονται από αρχιτεκτονικό ύφος εντελώς ξεχωριστό και μοναδικό στη λαϊκή έκφραση της ελληνικής αρχιτεκτονικής.
Η οικονομική άνεση των ιδιοκτητών τους, έδωσε στους λαϊκούς τεχνίτες την ευκαιρία και τα μέσα να εκφράσουν όλη τους τη δεξιότητα και την καλαισθησία.
Τεχνίτες ξεχωριστής ειδικότητας, χτίστες, μαρμαροτεχνίτες, ξυλουργοί, που όλοι λέγονταν μαστόροι, έδωσαν τα περίφημα σινάφια των Ηπειρωτών και Μακεδόνων και γενικότερα τα κέντρα που έδωσαν τις συντεχνίες των οικοδόμων, των πετράδων, των «πελεκάνων», των ξυλογλυπτών, των αγιογράφων, των χρυσοχόων, που ταξίδευαν σ' όλη την οθωμανική αυτοκρατορία, για να χτίσουν την αρχιτεκτονική αυτή των αρχοντικών με τον υπερυψωμένο γεροχτισμένο πέτρινο κορμό, όπου στον ανώτατο όροφο προεξέχουν τα διάφορα σαχνισιά και τα χαγιάτια, η οποία ονομάζεται μακεδονική αρχιτεκτονική, επειδή, από αρκετά χρόνια, τα πιο αντιπροσωπευτικά και ίσως τα πιο πλούσια παραδείγματα σώζονταν στη Μακεδονία. Δεν πρέπει όμως να λησμονούμε ότι παρόμοια ακριβώς αρχοντικά, με τα γενικά βασικά χαρακτηριστικά αυτής της αρχιτεκτονικής, υπάρχουν ή υπήρχαν στη Θεσσαλία, στην Ήπειρο, στη Θράκη, στη Στερεά Ελλάδα, αλλά και στα νησιά (Σκόπελο, Θάσο, Μυτιλήνη, Σάμο) και ότι παλιότερα, πριν από την επανάσταση, αποτελούσαν τον ενιαίο τύπο της ελλαδικής, μεταβυζαντινής αρχιτεκτονικής. Εκείνο που χαρακτηρίζει το εσωτερικό τους είναι οι άνετοι και πλούσια διακοσμημένοι χώροι. Το γενικό σχήμα της κάτοψης είναι το ορθογώνιο που σπάει σε Γ ή Π. Η πρόσοψη είναι μεσημβρινή και ένα τμήμα της προεξέχει, για να γίνεται δυνατή η επιτήρηση της δρύινης δίφυλλης πόρτας της εισόδου. Βασική αρχή στη διάρθρωση της κάτοψης είναι η αυτοτέλεια κάθε χώρου και η σύνθεσή του με τους υπόλοιπους. Έτσι, αν και υπάρχει σαφής κατακόρυφος διαχωρισμός των λειτουργιών (οι δευτερεύουσες στο ισόγειο και στην αυλή, οι κύριες στον όροφο) διατηρείται μια εσωτερική επικοινωνία μεταξύ τους, με την ύπαρξη ενός κεντρικού πυρήνα, γύρω από τον οποίο γίνεται η διάταξη των χώρων. Τον πυρήνα αυτόν τον συναντάμε μπαίνοντας από τη χαμηλή πόρτα της εισόδου.
Στην ενδοχώρα και γενικότερα στην ηπειρωτική Ελλάδα, εκτός από τις πόλεις -κέντρα, όπως η Λάρισα, η Θεσσαλονίκη, η Καβάλα, η Θήβα, η Πάτρα, η Χαλκίδα, η Τρίπολη, που ποτέ δεν έπαψαν να είναι αστικά και οικονομικά κέντρα και συνέχισαν τη ζωή τους και μετά την απελευθέρωση, στις άλλες καταστράφηκαν τα ίχνη της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής τους.
Στη Χαλκίδα όσα δείγματα λαϊκής αρχιτεκτονικής υπήρξαν, φέρνουν χωρίς αλλαγές και τροποποιήσεις όλα τα κύρια χαρακτηριστικά της μακεδονικής σύνθεσης.
Από τα 23 συνολικά τμήματα λαϊκής αρχιτεκτονικής τα 13 βρίσκονται στη συνοικία του κάστρου, ενώ τα υπόλοιπα 10 στην εκτός κάστρου ευρύτερη περιοχή της Χαλκίδας. Από αυτά 2 κατοικούνταν, 1 είχε κηρυχθεί διατηρητέο (βρίσκονταν στο στάδιο κατάρρευσης) και 1 ανακαινίστηκε και σώθηκε! Τα 19 δόθηκαν βορά στην αντιπαροχή που άλλαξε το ύφος της πόλης μας στις δεκαετίες του 60 και του 70.
|