Συνεργάστηκαν οι μαθητές: Δημήτρης Αγγελόπουλος & Γιάννης Βιολίδης (Β' τάξη Γυμνασίου Λίμνης) - Πρόλογος & Επίλογος: Δημήτρης Μπαρσάκης - Συμμετείχε ο Παύλος Αφένδρας (Β' τάξη Γυμνασίου Λίμνης)
Η Αννα βαν Αικ, μία μικροβιολόγος από την Ολλανδία, εγκατεστημένη εδώ και δεκαεφτά χρόνια στην περιοχή του Προκοπίου κι αφήνοντας κατά μέρος τη μικροβιολογία, έχει αφοσιωθεί με πάθος στην Ελληνική παραδοσιακή υφαντική.
Χάρισε πνοή ζωής στους παραπεταμένους αραχνιασμένους αργαλειούς και με τον καιρό οργάνωσε ένα εργαστήρι, όπου, χάρη στη γνώση και το μεράκι της, διασώζεται και ανανεώνεται ένα μεγάλο κεφάλαιο της παράδοσης μας. Παράλληλα, η Αννα διδάσκει την τεχνική σε ομάδες γυναικών που έρχονται τακτικά από την Ολλανδία γι' αυτό τον σκοπό.
Μαζί με τις μαθήτριες της, κατεργάζονται το μαλλί με το χέρι, το ξένουν και το γνέθουν, το βάφουν με χρώματα που αντλούν από φυτά της περιοχής και, υφαίνοντας το στον αργαλειό δημιουργούν πραγματικά αριστουργήματα διακοσμημένα με λαϊκά σχέδια και μοτίβα που περισυλλέγει η Αννα από διάφορα μέρη της χώρας μας.
Στη συνέχεια αυτά τα υφαντά, τα ποτισμένα από ελληνική φύση και πανάρχαιες μνήμες τον λαού μας, ταξιδεύουν στην Ολλανδία και κάθε χρόνο εκτίθενται σε μεγάλη γκαλερί του Αμστερνταμ, προβάλλοντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο την ελληνική παραδοσιακή τέχνη, σε τέτοιους μάλιστα κρίσιμους καιρούς, όπου κι εμείς οι ίδιοι είτε την αγνοούμε, είτε την υποτιμούμε.
Το εργαστήρι της Αννας Βαν Αϊκ βρίσκεται στην περιοχή Κρύας Βρύσης Κηρίνθου, μέσα σε ένα τοπίο καταπράσινο, λίγα μέτρα από την όχθη του ποταμού Βούδουρου, όπου τα αηδόνια δε σταματούν ποτέ το τραγούδι. Η ομορφιά και η γαλήνη του φυσικού χώρου ταιριάζουν απόλυτα με την παραδοσιακή δραστηριότητα που αναπτύσσεται εκεί. Η φύση άλλωστε είναι εμπνευστής και τροφοδότης αυτής της δραστηριότητας, όπως συνέβαινε και χιλιάδες χρόνια πριν.
Στο σχετικά άνετο χώρο μιας αίθουσας, που προσωρινά είναι νοικιασμένη, στέκονται οι παμπάλαιοι αργαλειοί και οι ανέμες, μοναδικά κειμήλια του λαϊκού μας πολιτισμού. Υπάρχουν επίσης και νεότερες κατασκευές και όχι μόνο από την Ελλάδα, αλλά κι από άλλες χώρες. Είναι πραγματικά εντυπωσιακές οι επινοήσεις των διαφόρων λαών σ' αυτόν τον τομέα.
Τους τοίχους της αίθουσας κοσμούν πολύχρωμα υφαντά δημιουργήματα, χαλιά, κουρελούδες, παπλώματα και άλλα στρωσίδια, αντιπροσωπευτικά δείγματα της τόσο αξιόλογης δουλειάς που γίνεται εκεί.
Σε ένα τραπέζι στη μέση της αίθουσας, υπάρχουν δειγματολόγια με στοιχεία δέντρων και λουλουδιών και δίπλα τους το νήμα βαμμένο με το χρώμα που δίνουν αυτά. Η τέχνη της βαφής των νημάτων είναι εξ ίσου σπουδαία υπόθεση με την τέχνη της ύφανσης. Στα δειγματολόγια μπορούμε να δούμε ότι η καναπίτσα δίνει ένα χρώμα κίτρινο προς το καφέ, το φύλλο της ελιάς λαδί, ο φλοιός της καρυδιάς σκούρο καφέ, ο φλοιός του ευκαλύπτου πολλές διαβαθμίσεις του καφέ, τα φύλλα από το πουρνάρι δίνουν μωβ-ροζέ και μπορντώ, ο φλοιός του πλάτανου μπεζ, η συκιά λαχανί, οι ρίζες από το αλιζάρι πορτοκαλί, η φλούδα του κρεμμυδιου έντονο κίτρινο, το χαμομήλι κίτρινο έως πράσινο, η κοτσινέλα πυκνό κόκκινο.
Η κατασκευή ενός υφαντού με απόλυτα παραδοσιακό και οικολογικό τρόπο είναι πολύ ενδιαφέρουσα μα και δύσκολη δουλειά, που χρειάζεται και γνώση και μεράκι. Η Αννα τα διαθέτει αυτά και μάλιστα, πέρα από την προσωπική της δημιουργία, διδάσκει την τεχνική και μεταδίδει την αγάπη της γι' αυτό το έργο και σε άλλες γυναίκες που φτάνουν από την Ολλανδία σε μικρά γκρουπ κάθε χρόνο. Τα γκρουπ αυτά φιλοξενούνται και ξεναγούνται επίσης, για να γνωρίσουν τις φυσικές ομορφιές και τα αρχαιολογικά μνημεία του τόπου μας.
Πρώτη ύλη για τα υφαντά είναι το μαλλί των προβάτων, .που προμηθεύονται από την περιοχή του Προκοπίου (Δαφνούσα). Στη συνέχεια, το μαλλί πλένεται και ξένεται. Μετά το γνέθουν και το κάνουν νήμα. Το νήμα το βράζουν σε καζάνια με νερό, προσθέτοντας μέσα ρίζες, φύλλα, φλούδες, άνθη από διάφορα φυτά και δέντρα, για να πάρει το επιθυμητό χρώμα. Λίγες σταγόνες λεμονιού αλλάζουν την απόχρωση. Λίγο από το φυτό ίντιγκο κάνει τα χρώματα ανεξίτηλα.
Τα παραδοσιακά σχέδια και μοτίβα, με τα οποία διακοσμούνται τα υφαντά, τα έχει συλλέξει η Αννα από το Μέτσοβο, την Κρήτη και άλλες περιοχές, όπου κατά το παρελθόν είχε μεγάλη ανάπτυξη η υφαντική. Στο εργαστήρι οι μαθήτριες επιλέγουν τα σχέδια για το υφαντό τους και τα μεταφέρουν σε χαρτί, βάζοντας συχνά και χρωματισμό της αρέσκειας τους. Μετά αρχίζει η ύφανση, με τις οδηγίες και τη βοήθεια της Αννας. Τα τελειωμένα υφαντά τα πάνε ακολούθως στη νεροτριβή, κοντά στο χωριό Σπαθάρι, όπου υπάρχει μια παμπάλαια τριστέλα. Εκεί τα βάζουν για να λειανθούν και να μαλακώσουν.
Όταν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα που διαρκεί 15 ημέρες για κάθε γκρουπ, οι Ολλανδέζες μαθήτριες επιστρέφουν στην πατρίδα τους, παίρνοντας μαζί και τα έργα τους. Στο Αμστερνταμ γίνεται κάθε χρόνο μία έκθεση της δουλειάς. Συγκεντρώνονται τα καλύτερα υφαντά και παρουσιάζονται στο κοινό, που δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για τα συγκεκριμένα εκθέματα και την ελληνική παράδοση που αυτά μεταφέρουν.
Όσο για την Αννα, αυτή δεν αρκείται μονάχα στα παραδοσιακά σχέδια για τα υφαντά της, αλλά υφαίνει και δικές της συνθέσεις, πραγματικούς πίνακες ζωγραφικής, με τα ίδια πάντα φυσικά υλικά και την παραδοσιακή τεχνική. Η προσωπική της δουλειά έχει επανειλημμένα παρουσιασθεί σε διεθνή περιοδικά, με πολύ εγκωμιαστικά σχόλια.
Στην Ολλανδία, όπως μας είπε η Αννα, όλο και περισσότεροι άνθρωποι επισκέπτονται την έκθεση και δηλώνουν συμμετοχή στα προγράμματα. Για να συμμετάσχουν πληρώνουν ένα αντίτιμο, όπου περιλαμβάνεται η διδασκαλία της υφαντικής, η διαμονή και η ξενάγηση. Έτσι εξασφαλίζονται τα έσοδα για τη συντήρηση του εργαστηρίου και τη συνέχιση του έργου.
Οι μαθήτριες του γκρουπ που συναντήσαμε δήλωσαν ενθουσιασμένες. Μας είπαν για το πόσο όμορφη είναι η εμπειρία που αποκτούν εκεί, για τη χάρη της ελληνικής παράδοσης, για την ψυχική ανάταση που τους προσφέρει αυτή η δραστηριότητα. Και το βέβαιο είναι πως θα φύγουν ύστερα με τις καλύτερες εντυπώσεις, για να γίνουν πρεσβευτές της ελληνικής ομορφιάς και παράδοσης στη χώρα τους. Μια «μαθήτρια» μάλιστα, χρόνια τώρα έρχεται από την Αμερική στο εργαστήρι κάθε καλοκαίρι και ξανανιώνει, όπως η ίδια μας είπε με μεγάλη ευδιαθεσία, παρά τα 84 χρόνια της!!!
Υπεύθυνος για τον προγραμματισμό, τις μετακινήσεις των γκρουπ και την προώθηση του έργου είναι ο Βασίλης Μπαλατσός, μόνιμος συνεργάτης της Αννας βαν Αϊκ εδώ και 16 χρόνια. Ο Βασίλης μας έδωσε πληροφορίες για το ιστορικό, τις ισχύουσες συνθήκες, τα οικονομικά, το νόημα και τις προοπτικές αυτής της δραστηριότητας.
«Το 1979, όταν η Αννα βρισκόταν στο Προκόπι, συζητήσαμε αυτή την ιδέα και τη βάλαμε αμέσως σε εφαρμογή. Μας ενδιέφερε η διατήρηση της λαϊκής τέχνης και ταυτόχρονα διαπιστώναμε ότι στην Ευρώπη γενικά υπήρχε μεγάλο ενδιαφέρον για παραδοσιακές και οικολογικές δραστηριότητες. Εμείς τα συνδυάσαμε αυτά κι η προσπάθεια μας από την αρχή πήγαινε καλά. Αρχίσαμε και τις εκθέσεις στο Αμστερνταμ αργότερα. Τώρα κατά μέσο όρο 1000 άτομα επισκέπτονται εβδομαδιαία τον εκθεσιακό χώρο. Εκεί παίρνουν πληροφορίες για το πως μπορούν να συμμετάσχουν κι' αυτοί στα προγράμματα και δηλώνουν συμμετοχή. Πληρώνουν ένα ποσό και σε αυτό περιλαμβάνονται όλα τα έξοδα, για φαγητό, διαμονή, δίδακτρα και ταξίδια στην Β. Εύβοια, να δουν τα σημαντικότερα μνημεία και τις φυσικές ομορφιές της περιοχής. Όταν τελειώσει το 15νθήμερο πρόγραμμα του κάθε γκρουπ, τότε υπάρχει μια άλλη συνέχεια στην Ολλανδία. Οι διάφορες ομάδες που βρέθηκαν εδώ, συναντώνται κι αρχίζουν επαφές μεταξύ τους, ανταλλάσσουν απόψεις, συχνάζουν σε Ελληνικά μαγαζιά, δημιουργούν ένα φιλελληνικό κλίμα και καλλιεργείται έτσι μια αγάπη για την Ελλάδα και την κουλτούρα της. Έχει πολλές πλευρές το έργο μας. Για αρκετούς είναι ένα αντίδοτο στο στρες της εποχής μας. Ο άνθρωπος ξεφεύγει από την βιομηχανοποίηση, ανανεώνει τις ψυχικές του δυνάμεις, βλέπει από μια άλλη οπτική γωνία τα πράγματα και διαμορφώνει μια άλλη αντίληψη γι' αυτά, χάρη στην επαφή με τη φύση και την παράδοση. Γεννιέται μέσα του γαλήνη και αισιοδοξία. Πολλοί όμως από μας δεν τα υπολογίζουμε αυτά και προσπαθούμε να μιμηθούμε ξενόφερτες κουλτούρες. Αλλά οι ξένοι που έρχονται μας λένε συχνά:
"Έχετε τόσο πλούτο που δεν επιτρέπεται καμία ξένη κουλτούρα να αντικαταστήσει της δική σας. Να είστε περήφανοι γι' αυτό..." Τι να συμπληρώσουμε εμείς; Πάντως τη δουλειά μας θα τη συνεχίσουμε και όλο θα τη βελτιώνουμε. Σκοπεύουμε να μεγαλώσουμε τη μονάδα και σύντομα θα τη στεγάσουμε σε καινούριο κτίριο, πιο ευρύχωρο. Γιατί, εκτός από τα άλλα, το πρόγραμμα θα περιέχει και βυζαντινή ζωγραφική, θα διδάσκει ένας γνωστός Ευβοιώτης αγιογράφος, ο Δημήτρης Βερνέζος. θα βάλουμε και κεραμική και θα οργανώσουμε και ένα εκθεσιακό χώρο. Όλα αυτά θα στηρίζονται στην ελληνική παράδοση. Πιστεύω να τα βγάλουμε πέρα, με τις δικές μας δυνάμεις, γιατί δεν υπάρχει καμία επιχορήγηση ή οποιαδήποτε άλλη βοήθεια».
Εκτός από το μεγάλο ενδιαφέρον των ξένων, μας είπε η Αννα, τώρα τελευταία εκδηλώνεται ενδιαφέρον και από νεαρές κοπέλες της περιοχής του Προκοπίου, πράγμα πολύ ευχάριστο για τα σημερινά δεδομένα, γιατί εδώ στην Ελλάδα συνήθως υποτιμούν τις παραδοσιακές δραστηριότητες. Ελπίζει μάλιστα ότι αυτό το ενδιαφέρον σιγά σιγά θα μεγαλώσει αρκεί να καταλάβει ο κόσμος την πραγματική αξία της παράδοσης.
Ρωτήσαμε τη Αννα τι σημαίνει για την ίδια αυτή η δραστηριότητα.
«Αυτό το έργο», μας απάντησε, «είναι η ίδια μου η ζωή, η χαρά μου και η έγνοια μου. Όλα αυτά τα αντικείμενα που βλέπετε, αργαλειούς, ανέμες, ρόκες κ.λ.π., είναι για μένα ζωντανά και τα αγαπώ. Επικοινωνώ μαζί τους, τα αισθάνομαι σαν καλούς φίλους. Οι αργαλειοί τραγουδούν τόσο όμορφα. Οι ανέμες διηγούνται ιστορίες. Η σκέψη μου ταξιδεύει πολύ μακριά, ξαναζώ τη ζωή μου. Υπάρχει μια αληθινή ποίηση σε όλα αυτά».
Μια αληθινή ποίηση! Μόνο που σήμερα αυτή η ποίηση πάει να χαθεί. Μια ποίηση χιλιάδων χρόνων, με μνήμες τόσο βαθιές όσο και η ύπαρξη του λαού μας στο χρόνο, τότε που η Πηνελόπη σ' έναν αργαλειό ύφαινε με τον ίδιο τρόπο τα υφαντά της, καρτερώντας το γυρισμό του Οδυσσέα.
Αφήσαμε τις μνήμες αυτές να σβήσουν. Πετάξαμε τους αργαλειούς στα σκουπίδια. Αφήσαμε την απρόσωπη βιομηχανική παραγωγή να ισοπεδώσει τα πάντα.
Δηλητηριάσαμε τη ζωή μας με το πλαστικό και το χημικό. Διασύραμε τις ίδιες τις παραδόσεις μας. Χάνουμε σιγά σιγά τον εαυτό μας, την ταυτότητα μας, τον προσανατολισμό μας, τη βούληση μας.
Μέσα όμως σε όλη αυτή τη μιζέρια και την ανοησία, υπάρχει ακόμα ελπίδα, γιατί υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που δεν έχασαν την πίστη τους και το κουράγιο τους, κι αγωνίζονται, κι αντιστέκονται. Έτσι πρέπει να δούμε και το έργο της Αννας στους αργαλειούς, ως έργο πίστης και αντίστασης ενάντια στη λήθη και την αλλοτρίωση. Και θα έπρεπε η πολιτεία να αγκαλιάζει τέτοιες προσπάθειες και να τις ενισχύει, εκτός κι αν τις αγνοεί. Επιτρέπεται όμως μια τέτοια άγνοια, ενός έργου μάλιστα που έχει ήδη γίνει γνωστό πέρα από τα σύνορα της χώρας μας;