Συνεργάστηκαν:
Μαρία Μάγειρα, Ιωάννα Αρβανίτη,
Δημήτρης Αντωνίου
Εν Αυλίδι... Η τραγωδία της ντροπής
Εισαγωγικό
Στην απέναντι της Εύβοιας βοιωτική ακτή και νοτιότερα του Πορθμού του Ευρίπου, βρίσκεται ο δήμος Αυλίδας, έδρα του οποίου είναι η κωμόπολη Βαθύ. Το όνομα του δήμου οφείλεται στην αρχαία Αυλίδα, όπου υπήρχε το φημισμένο Ιερό της Αρτέμιδας. Η Αυλίδα των προϊστορικών και ιστορικών χρόνων τοποθετείται με βεβαιότητα στο βορειοανατολικό τμήμα του δήμου, σε μια έκταση που περιγράφεται από το Μεγάλο Βουνό και τους όρμους του Μικρού και Μεγάλου Βαθέος.
Οι ολιγόχρονες ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν στην περιοχή (1955-1961) έφεραν στο φως πολλά και σημαντικά ευρήματα και υπόσχονταν ακόμη περισσότερα. Αλλά, παραδόξως, δεν συνεχίστηκαν. Αντί ανασκαφών, αντί της διάσωσης και αξιοποίησης των αρχαιολογικών θησαυρών, η ελληνική Πολιτεία προτίμησε το ξεπούλημα της Ιερής γης σε μεγάλες βιομηχανίες. Έτσι, φτάσαμε στη σημερινή τραγική κατάσταση, η οποία συνιστά ΕΘΝΙΚΟ ΕΓΚΛΗΜΑ. Οι αρχαιολογικοί χώροι, εγκαταλελειμμένοι και ανυπεράσπιστοι, σταδιακά αφανίζονται, ενώ το περιβάλλον παραμορφώνεται και οι πάσης φύσεως ρύποι δηλητηριάζουν συστηματικά και ανελέητα την ευρύτερη περιοχή γύρω από το Ιερό της Αρτέμιδας μια περιοχή που έχει, εκτός από αρχαιολογική, χαρακτηριστεί επισήμως και ως τουριστική, εδώ και δεκαετίες!
Σώστε την Αυλίδα
"Σώστε την Αυλίδα" ήταν το τελευταίο σύνθημα της ζωής του Ι. Θρεψιάδη. Όμως, κανείς δεν τον άκουσε. Η καταστροφή συνεχίσθηκε και θα συνεχισθεί ανεμπόδιστα. Η αδιαφορία των αρμοδίων είναι η μόνη... απάντηση που δόθηκε στην κραυγή του Θρεψιάδη (...). Θα τον ακούσουν άραγε οι συνάδελφοί του σήμερα;
(...) Ο Αρχαιολογικός χώρος βρίσκεται σε πλήρη εγκατάλειψη (...). Ένα συρματόπλεγμα είναι η μόνη προστασία (...). Από εκεί και ύστερα ό,τι πιο εύκολο υπάρχει για τον κάθε περαστικό είναι να πάρει ο,τιδήποτε θελήσει από τα αρχαιολογικά ευρήματα. Η πλάκα μαρμάρινη, τοποθετημένη στο άνοιγμα του συρματοπλέγματος που περιβάλλει το Ναό της Αυλιδείας Αρτέμιδος, λέει στον επισκέπτη: "Μην ανεβαίνετε στους τοίχους". Αυτό είναι όλο κι όλο. Ούτε φύλακας, ούτε περιποίηση. Τέλεια εγκατάλειψη και τα χόρτα φυτρώνουν και καλύπτουν ξανά ό,τι η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε πριν από πολλά χρόνια στο φως!
Γ.Π. Κάρακλης ("ΤΑ ΝΕΑ", 1 Ιουνίου 1974)
Η Αυλίδα στην Αρχαία Γραμματεία
Μεγάλοι ποιητές, ιστορικοί και γεωγράφοι του αρχαίου κόσμου μνημόνευσαν και απαθανάτισαν την Αυλίδα στα έργα τους:
Ο Όμηρος (8ος αιών. π.Χ.) στην Ιλιάδα, ονομάζοντας την Αυλίδα "Πετρήεσσα" (Β 496), δηλαδή βραχώδη, περιγράφει τα όσα διαδραματίστηκαν στον ιερό της χώρο κατά τη συγκέντρωση των δυνάμεων των Αχαιών, για να εκστρατεύσουν στην Τροία (Β 305 κ.κ.).
Ο Ησίοδος (8ος αιών. π.Χ.) αναφέρεται στο πέρασμα του από τη γη της Αυλίδας ("Έργα και Ημέραι", στ. 651).
Ο Ευριπίδης (480-406 π.Χ.) έγραψε την τραγωδία "Ιφιγένεια η εν Αυλίδι" και προσδιορίζει την Αυλίδα με το επίθετο "εναλία" (στ. 165), αναφερόμενος και στο εκεί "πολύθυτον άλσος Αρτέμιδος" (στ. 185-6).
Ο Οβίδιος (43 π.Χ. - 18 μ.Χ.) τη χαρακτηρίζει πλούσιο ψαρότοπο (κατά το ομηρικό "ιχθυόεσσα").
Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος (23-79 μ.Χ.) δεν παρέλειψε να γράψει για την Αυλίδα.
Ο Πλούταρχος (46-127 μ.Χ.), επίσης, αναφέρεται στην Αυλίδα.
Ο Παυσανίας (2ος αιών. μ.Χ.) μαρτυρεί για την Κρήνη που βρισκόταν πλησίον του ναού της Αρτέμιδας, υπό τη σκιά του πλατάνου της προφητείας του Κάλχαντα, πληροφορώντας μάλιστα ότι ένα κομμάτι από τον κορμό του ιερού δέντρου φυλασσόταν εντός του ναού.
Ιστορικές προσωπικότητες της αρχαιότητας έχουν επίσης συνδέσει τη δράση τους με την Αυλίδα:
Ο Αγησίλαος (444-360 π.Χ.), ο Πτολεμαίος Α΄ (367-283 π.Χ.), ο Δημήτριος Πολιορκητής (337-282 π.Χ.), ο Αντίοχος Γ΄ ο Μέγας (τέλη 1ου και αρχές 2ου αιώνα π.Χ.), ο Αιμίλιος Παύλος (2ος αιών. π.Χ.) και άλλοι.
Η Αυλίδα και η τρωική εκστρατεία
Πρώτη συγκέντρωση του στρατού στην Αυλίδα
Το προφητικό "σημάδι"
Όταν ο στρατός των Αχαιών συγκεντρώθηκε στην Αυλίδα της Βοιωτίας απέναντι στη Χαλκίδα κάπου δυο χρόνια ύστερα από την απαγωγή της Ελένης, το πρώτο που σκέφτηκε ήταν να προσφέρει πλούσιες θυσίες στους θεούς. Την ώρα όμως που μαζεμένοι όλοι δίπλα σε μια δροσερή πηγή κάτω από έναν μεγάλο πλάτανο έσφαζαν τα θύματα, ένα φοβερό φίδι με ράχη κατακόκκινη πετάχτηκε από τη βάση του βωμού, σύρθηκε ως τον πλάτανο, ανέβηκε σ' ένα ψηλό κλαδί του, όπου βρισκόταν μια φωλιά με οκτώ νεογέννητα σπουργιτάκια, και άρχισε να τα τρώει το ένα μετά το άλλο. Την ώρα που εκείνα τσίριζαν, η μητέρα τους φτερούγιζε κλαίγοντας ολόγυρά τους, ως την ώρα που το φίδι λυγώντας την άρπαξε από την φτερούγα και την έφαγε τελευταία και αυτήν. Αμέσως ύστερα το φίδι πέτρωσε, και οι Αχαιοί έμειναν ασάλευτοι από τον τρόμο, γιατί κατάλαβαν πως ό,τι είχαν δει, ήταν σημάδι σταλμένο από τον Δία. Τότε πήρε το λόγο ο Κάλχας, ο σοφός μάντης του στρατού, και εξήγησε: "Το σημάδι αυτό δε θα βγει αμέσως, αλλά πολύ αργότερα, η φήμη του όμως θα μείνει αθάνατη. Τα οκτώ σπουργίτια, και η μητέρα τους εννιά, που φαγώθηκαν από το φίδι, είναι τα εννέα χρόνια που θα χρειαστεί να πολεμήσουμε για να πάρουμε την Τροία. Μη φοβάστε όμως: στα δέκα το πλούσιο κάστρο θα γίνει δικό μας".
Ύστερα από τις θυσίες τα καράβια των Αχαιών ξεκίνησα για την τρωική γη. Καθώς όμως δεν είχαν οδηγό που να ξέρει τα μέρη, άραξαν κατά λάθος πιο κάτω από την Τρωάδα, στη Μυσία (Τευθρανία), και, νομίζοντας πως εκεί βρισκόταν η πατρίδα του Πάρη, αποβιβάστηκαν και άρχισαν να λεηλατούν τη χώρα [...].
Στο γυρισμό τους έπιασε δυνατή κακοκαιρία που τους σκόρπισε τα πλοία έτσι γύρισαν ταλαιπωρημένοι καθένας στην πατρίδα του. Ύστερα από την περιπέτεια αυτή χρειάστηκαν οκτώ ολόκληρα χρόνια για να μπορέσουν πάλι να συγκεντρωθούν [...].
Δεύτερη συγκέντρωση στην Αυλίδα
Η θυσία της Ιφιγένειας
Ο αχαϊκός στρατός, τώρα που ήξερε από τον Τήλεφο την τοποθεσία της Τροίας, μαζεύτηκε πάλι στην Αυλίδα. Μια μέρα, όσο ακόμα βαστούσαν οι ετοιμασίες της εκστρατείας, ο Αγαμέμνονας βγήκε στο κυνήγι. Ξαφνικά πετάχτηκε μπροστά του ένα ελάφι εξαιρετικά όμορφο. Ο βασιλιάς, χωρίς να το ξέρει, είχε μπει σ' ένα άλσος αφιερωμένο στην Αρτεμη, κοντά στο ναό που της είχαν ιδρύσει οι κάτοικοι της Αυλίδας. Ανυποψίαστος όπως ήταν, σκότωσε το ιερό ζώο και καυχήθηκε κι από πάνω πως ούτε η Αρτεμη δεν θα σημάδευε τόσο καλά. Θυμωμένη η θεά έκοψε τους ανέμους όλους, ώστε ο στόλος των Αχαιών να μην μπορεί να ανοίξει πανιά για την Τροία.
Όταν η άπνοια δεν έλεγε να πάρει τέλος και ο στρατός άρχισε να αδημονεί, οι αρχηγοί αναγκάστηκαν να καταφύγουν στο μάντη Κάλχα, και αυτός, ύστερα από μεγάλους δισταγμούς, εξήγησε πως το ξεκίνημα του στόλου ήταν αδύνατο αν ο θυμός της Αρτεμης δεν εξιλεωνόταν με τη θυσία της Ιφιγένειας -της πιο όμορφης κόρης του Αγαμέμνονα- στο βωμό της.
Η θέση του Αγαμέμνονα ήταν πολύ δύσκολη το δίχως άλλο προτιμούσε χίλιες φορές, παρά να θυσιάσει την κόρη του, να μείνει ανεκδίκητη η αρπαγή της γυναίκας του αδελφού του, και να του λείπει η δόξα του αρχιστράτηγου ο Μενέλαος όμως ήθελε να πάρει πίσω την Ελένη και από πάνω είχε με το μέρος του ολόκληρο το στρατό που ανυπομονούσε να δράσει. Και αν όμως ο αρχιστράτηγος κάτω από το ζυγό της ανάγκης έπαιρνε τη φοβερή απόφαση, με ποιον τρόπο θα κατόρθωνε να δικαιολογήσει την πρόσκληση της κόρης του στην Αυλίδα μέσα σε τόσους άντρες, χωρίς να φανερώσει ως την τελευταία στιγμή τα σχέδιά του ούτε στην ίδια ούτε στη μητέρα της;
Στο τέλος, ύστερα από υπόδειξη, φαίνεται, του Οδυσσέα, έκρινε σκόπιμο να μεταχειριστεί δόλο: μήνυσε στη γυναίκα του να έρθει γρήγορα με την κόρη τους στην Αυλίδα, γιατί ο Αχιλλέας απαιτούσε, τάχα, πριν ξεκινήσουν για την Τροία, να την παντρευτεί και έπειτα να τη στείλει στη Φθία για να περιμένει το γυρισμό του από τον πόλεμο [...].
Όλα είναι έτοιμα για τη θυσία. Η Ιφιγένεια προχωρεί μόνη της και παίρνει θέση κοντά στο βωμό, και ο Κάλχας υψώνει το μαχαίρι. Όλοι αποστρέφουν το πρόσωπό τους για να μην παρακολουθήσουν με τα μάτια τους τη φοβερή σκηνή της σφαγής^ όταν όμως ακούν το χτύπημα του μαχαιριού και γυρίζουν να δουν, αντί για την κόρη βλέπουν ένα μεγάλο και ωραίο ελάφι να σπαρταρά στο χώμα και να ραντίζει με το αίμα του το βωμό. Χαρούμενος ο μάντης εξηγεί το θαύμα από την επιθυμία της Αρτεμης να μη μιάνει το βωμό της με αίμα ανθρώπινο και μάλιστα βασιλοπούλας. Τώρα πια δεν υπάρχει λόγος να καθυστερούν τα καράβια τους ούτε για μία μέρα. Από την ώρα εκείνη η Θεά θα τους έστελνε ούριο άνεμο [...].
Ι.Θ. Κακριδής: "Ελληνική Μυθολογία"
(τόμος 5, σελ. 25, 27-29), Εκδοτική Αθηνών, 1986.