ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΑΝ: Κατερίνα Μυστριώτη, Αγγελική Στέκα, Βαγγέλης Τόλης, Σίσσι Τσιλιμίγκα
ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟ ΛΙΘΟΞΟΟ ΓΙΑΝΝΗ ΣΠΥΡΟΥ
«Γεννήθηκα το 1957 στο χωριό Δέντρα της Κύμης, σε οικογένεια που είχε μεγάλη παράδοση στη δουλειά της πέτρας. Αλλά το περίεργο είναι ότι μέχρι τα είκοσί μου δεν ενδιαφέρθηκαν καθόλου γι' αυτή την τέχνη. Πατέρας, παππούς, προπάππος, όλοι πετράδες ήταν. Είχαν φτιάξει πολλά καμπαναριά, πολλά σπίτια, ολόκληρα χωριά... Εγώ τελείωσα την τεχνική σχολή «Δημόκριτος», παντρεύτηκα μικρός, πήγα φαντάρος και, όταν απολύθηκα, στα είκοσι, δεν είχα τι να κάνω. Έτσι αποφάσισα να πάω κοντά στον πατέρα μου. Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, μέσα σε ένα μήνα έμαθα τη δουλειά... Μάλλον το είχα έμφυτο. Μέσα σε ένα μήνα έφτιαχνα τέλεια αγκωνάρια. Και γενικά μπορούσα να κάνω όσα έκανε κι ο πατέρας μου. Σύντομα μάλιστα προχώρησα και στα πιο δύσκολα, έφτιαχνα πράγματα που ούτε ο πατέρας μου μπορούσε να φτιάξει».
Πώς βρέθηκες από την Κύμη στα Ψαχνά;
«Είναι η γυναίκα μου από τα Ψαχνά. Από χρόνια φτιάχναμε ένα σπίτι εδώ, κοντά στο 'Καστρί', όπου επιτέλους εγκατασταθήκαμε, τον περασμένο Σεπτέμβρη.
Τον περασμένο Σεπτέμβρη άρχισα να εργάζομαι στην Ακρόπολη και πηγαινοέρχομαι καθημερινά. Είναι πιο μικρή η απόσταση από τα Ψαχνά στην Αθήνα και διευκολύνομαι, κερδίζω χρόνο κι ασχολούμαι και με άλλες δουλειές στο χώρο μου.
Έχει κάποια μυστικά η δουλειά σου;
«Το μόνο μυστικό είναι το μεράκι, αλλά χρειάζεται και ταλέντο. Πρέπει να έχεις το «μικρόβιο» μέσα σου. Θέλει και δύναμη, για να πελεκάς όλη μέρα με το «μαντρακά». Είναι δουλειά που απαιτεί δύναμη, μα σου δίνει δύναμη κι αυτή».
Τι εργαλεία χρησιμοποιείς;
«Οι 'μαντρακάδες' είναι τα σφυριά με τα οποία χτυπάω το καλέμι. Ανάλογα με το στάδιο της λάξευσης, χρησιμοποιώ και το ειδικό καλέμι. Για τη 'χοντρή' δουλειά είναι το 'βελόνι', που έχει ένα δόντι και η 'φαγάνα' που έχει περισσότερα. Το 'ντισλίδικο' είναι ένα καλέμι με ψιλότερα δόντια. Για καλύτερη λείανση, χρησιμοποιώ λεπτότερα καλέμια, που λέγονται 'λειαντήρες'. Για τις χαράξεις και τις λεπτομέρειες, είναι το 'λουκλούδικο', η 'γλυφίδα', το 'κοφτάκι' κ.ά. Τα εργαλεία αυτά είναι χειροποίητα, όπως στα αρχαία χρόνια».
Τα υλικά που χρησιμοποιείς έχουν κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά;
«Τα υλικά μου είναι η πέτρα και τα μάρμαρο, αλλά υπάρχουν πολλών ειδών πέτρες και μάρμαρα, ανάλογα με τη σκληρότητα και το χρώμα τους. Ο «τεφεκές» είναι αρκετά μαλακή πέτρα και δουλεύεται πιο εύκολα. Η «μαλαντρίνα» είναι πέτρα σκληρότερη και υπάρχει στην περιοχή της Κύμης. Μαλακό θεωρείται το κοκκινωπό μάρμαρο της Χίου, με το οποίο έχω φτιάξει σκαλιστούς νεροχύτες. Το μάρμαρο του Αλιβερίου είναι σκληρό και καλής ποιότητας. Πολύ ωραίο χρώμα έχει το μάρμαρο Καβάλας, που χρησιμοποιείται συχνά σε παράθυρα εκκλησιών...».
Υπάρχουν πολλοί «πετράδες» ή «λιθοξόοι» σήμερα;
«Μετρημένοι στα δάχτυλα. Η τέχνη χάνεται, δεν βγαίνουν καινούριοι. Είχαν μια παράδοση οι Ηπειρώτες, αλλά δεν την προχώρησαν. Και στην Κύμη υπήρχε μεγάλη παράδοση, τώρα όμως έσβησε».
Με τα σύγχρονα δεδομένα, συμφέρει οικονομικά η κατασκευή ενός πέτρινου σπιτιού;
«Και βέβαια συμφέρει. Μη νομίζετε ότι χρειάζονται λάξευμα όλες οι πέτρες. Όταν φτιάχνεις έναν τοίχο πάχους 60-70 εκατοστών, μόνο η εξωτερική πέτρα λαξεύεται, οι μέσα είναι ακανόνιστες. Αλλά σκεφτείτε επίσης ότι γλιτώνετε από σοβατίσματα και βαψίματα, ότι υπάρχει πολύ καλή μόνωση και σπουδαίο αισθητικό αποτέλεσμα».
Υπάρχουν αρκετές δουλειές;
«Υπάρχουν δουλειές, αλλά ο πολύς κόσμος δεν μπορεί να εκτιμήσει την καλή παραδοσιακή δουλειά. Για παράδειγμα, μου ζήτησε κάποιος να του φτιάξω έναν τοίχο, του είπα την τιμή και συμφώνησε. Αλλά σε μια εβδομάδα, είχε βρει έναν άσχετο Αλβανό και του ανέθεσε τη δουλειά, γιατί θα ζήτησε λιγότερα λεφτά ο Αλβανός. Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι πρόκειται για τέχνη, δεν είναι το μάζεμα της ελιάς ή της πατάτας, που παίρνουν Αλβανούς για φτηνά μεροκάματα. Το ίδιο και ο μηχανικός, 'καλή είναι η πέτρα' είπε. Ποια πέτρα όμως; Όλα ίσωμα;».
Συνήθως τι κατασκευάζεις, εκτός από κτίρια;
«Τα πάντα με πέτρα ή μάρμαρο. Από παράθυρα, τέμπλα εκκλησιών, καμπαναριά, μέχρι νεροχύτες, τζάκια, βρύσες... Αλλά και ανάγλυφα, διακοσμητικά, οτιδήποτε...».
Ζεις δυνατές συγκινήσεις δουλεύοντας;
«Είναι μεγάλη η χαρά όταν φτιάχνεις κάτι ωραίο. Δύσκολα όμως ικανοποιούμαι. Δεν υπάρχει το τέλειο. Συχνά κάθομαι μπροστά στο κάθε έργο μου και το κοιτάζω κι όλο σκέφτομαι ότι θα μπορούσα να το έχω κάνει ακόμη καλύτερο. Καλύτερα που είναι έτσι όμως, είμαι πολύ απαιτητικός από τον εαυτό μου, γι' αυτό δεν μένω στάσιμος... Αλλά η πέτρα μου χαρίζει και πολλές άλλες συγκινήσεις. Είναι συγκλονιστικό όταν, σκαλίζοντας μια πέτρα, βρίσκεσαι μπροστά σε ένα απολίθωμα εκατομμυρίων ετών. Απολιθώματα φυτών έχω βρει πολλά, όπως και ενός ψαριού κ.ά. Θα σας τα δείξω αργότερα».
Μια «δύσκολη» ερώτηση: Πιστεύεις ότι η πέτρα έχει ψυχή;
«Ε, ναι! Έλεγε μάλιστα ο παππούς μου ότι 'τη γυναίκα και την πέτρα, όσο τη χαϊδεύεις τόσο ομορφαίνει'. Η αλήθεια είναι ότι πρέπει να είσαι 'άρρωστος' μ' αυτό το πράγμα, να έχεις έρωτα, αλλιώς δεν έχει νόημα να ασχολείσαι».
Η πέτρα, ως οικοδομικό υλικό, 'δένει' με κάθε περιβάλλον;
«Ναι, 'δένει' με οποιονδήποτε τόπο. Αλλά, προσέξτε, η φύση η ίδια πρέπει να καθορίζει την αρχιτεκτονική. Η φύση σου δείχνει πως να φτιάξεις κάτι. Μεγάλη, πάντως, σημασία έχει και το χρώμα της πέτρας, δεν είναι τυχαίο, είναι θέμα αρμονίας. Η γη η ίδια ξέρει, ο κάθε τόπος ξέρει τι του ταιριάζει και μας το δείχνει, το γεννάει. Θα σας πω ένα παράδειγμα, για να καταλάβετε. Στα χωριά της Κύμης πριν 10 χρόνια το Δασαρχείο έφτιαξε καμιά δεκαριά βρύσες. Αντί να τις 'ντύσουν' με πέτρα της περιοχής, προτίμησαν να τις 'ντύσουν' με πλάκες Καρύστου, για να τις κάνουν πιο... εντυπωσιακές. Το αποτέλεσμα ήταν ένα αίσχος!».
Ανυπομονούμε τώρα να ''πάμε' στην Ακρόπολη μαζί σου. Πες μας, πώς βρέθηκες να δουλεύεις εκεί;
«Από τον περασμένο Σεπτέμβρη δουλεύω στα έργα αποκατάστασης των μνημείων της Ακρόπολης και έχω σύμβαση για 7 χρόνια. Με ειδοποίησε ένας φίλος μου για μια προκήρυξη διαγωνισμού και πήγα. Μου είπαν να πελεκήσω... Δεν ήταν μόνο οι αρχιμηχανικοί που σε εξέταζαν, ήταν κι ο αρχιμάστορας, είκοσι χρόνια εκεί. Πάντως, τους φάνηκε περίεργο κι αναρωτιόνταν από πού ξεφύτρωσα εγώ. Όσοι άλλοι συμμετείχαν στο διαγωνισμό ήταν από τη σχολή της Τήνου. Με προσέλαβαν αμέσως. «Κύριε Σπύρου, τέτοιος μαντρακάς δεν έχει ξαναπεράσει από 'δω!», μου είπε ο μηχανικός».
Απολίθωμα φύλλου φτέρης και ενός κουκουναριού
Τι ακριβώς κάνετε εκεί;
«Κάνουμε αποκατάσταση φθορών στους κίονες του Παρθενώνα. Λείπουν κάποια κομμάτια κι εμείς βάζουμε πρόσθετα, που πρέπει να εφαρμόζουν τέλεια και να μη διακρίνονται. Χωρίς υπερβολή, έχουμε να κάνουμε με δέκατα του χιλιοστού. Δεν επιτρέπονται 'λαθάκια'!».
Ποιες είναι οι εντυπώσεις σου, ερχόμενος σε επαφή με τα μνημεία της Ακρόπολης;
«Έχω μείνει έκθαμβος. Πρόκειται για θαύμα που δεν ξαναγίνεται! Τέτοιες επιφάνειες δεν ξαναγίνονται ούτε και με τα τελειότερα σύγχρονα μηχανήματα. Με λέιζερ κόβουν σήμερα και πέφτουν έξω μέχρι και δύο χιλιοστά στα κομμάτια. Είμαστε πολύ μικροί μπροστά σ' εκείνους τους αρχαίους τεχνίτες».
Έργο του Γ. Σπύρου σε μάρμαρο
Μπορείς να μας πεις κι άλλα για τον Παρθενώνα, κάποια 'μυστικά' ίσως;
«Πράγματι, έχει πολλά μυστικά ο Παρθενώνας. Όπως είναι γνωστό, οι κίονες αποτελούνται από σπονδύλους. Ήταν τέτοια η εφαρμογή του ενός σπονδύλου με τον άλλον, που ούτε αέρας μπορούσε να περάσει ανάμεσά τους. Κάθε σπόνδυλος στο κέντρο έχει μια τετράγωνη τρύπα, όπου έμπαινε ένας τάκος δρύινος. Ο τάκος αυτός είχε άλλη τρύπα στο κέντρο, διαμέτρου τριών εκατοστών, ακριβώς στο κέντρο όλων των σπονδύλων. Από εκεί μέσα περνούσε εφαρμοστά ένα στρογγυλό ξύλο κυπαρισσιού, από τη βάση ως την κορυφή του κίονα. Αυτή η βέργα του κυπαρισσιού ήταν ο οδηγός που ένωνε όλους τους σπονδύλους. Βρήκαμε το εσωτερικό ξύλο στους κίονες, που σημαίνει ότι μετά δυόμισι χιλιάδες χρόνια δεν πέρασε αέρας εκεί».
Εμείς νομίζαμε ότι οι σπόνδυλοι συνδέονται με μολύβι.
«Όχι, στους κίονες δεν υπάρχει μολύβι. Μολύβι, μέταλλο δηλαδή, υπάρχει μόνο στον τοίχο του ναού, όπου ενώνονται οι μεγάλοι ογκόλιθοι, πάχους 1,5 μέτρου περίπου. Οι κίονες είναι «ξεροί». Δεν θα ξέρετε ίσως κι ότι ο ένας κίονας έχει μεγαλύτερη διάμετρο από τους άλλους, ένας γωνιακός κίονας. Αυτό γιατί τον χτυπάει ο ήλιος περισσότερο χρόνο απ' όσο τους άλλους. Είχαν οι άνθρωποι εκείνοι υπολογίσει κι αυτή την απειροελάχιστη φθορά από το φως του ήλιου μέσα στους αιώνες! Όλες οι γραμμές είναι καμπύλες στον Παρθενώνα, αλλά σου δίνουν την εντύπωση της τέλειας ευθείας. Όλα φαίνονται σαν μονολιθικές κατασκευές, αλλά στην πραγματικότητα είναι κομμάτια συναρμολογημένα με απόλυτη τελειότητα, σαν να εφάπτεται τζάμι σε τζάμι. Στο δάπεδο του ναού ψάχνουμε να βρούμε που είναι οι ενώσεις, γιατί δε διακρίνεται τίποτα, όλο το δάπεδο μοιάζει ένα μάρμαρο! Εμείς, με τα σύγχρονα τεχνολογικά μέσα, τέτοιο αποτέλεσμα δε θα το πετύχουμε ποτέ».
Ανάγλυφο έργο του Γ. Σπύρου
Πώς βλέπεις το μέλλον αυτής της τέχνης;
«Φοβάμαι ότι όλη η παράδοση θα χαθεί, εξαιτίας των μηχανημάτων. Προσφέρουν ευκολία, αλλά το πληρώνουμε ακριβά. Το υλικό καταστρέφεται απ' το μηχάνημα. Οι υψηλές θερμοκρασίες, ας πούμε, «καίνε» το μάρμαρο και, αντί ν' αντέξει 200 χρόνια, μέσα σε 10 χρόνια έχει πετάξει φλούδες...».
Τι μπορεί να γίνει λοιπόν;
«Πρέπει επιτέλους το κράτος να νοιαστεί γι' αυτά τα πράγματα, να ιδρύσει κάποιες σχολές, να στηρίξει τους παραδοσιακούς τεχνίτες που απόμειναν, να δώσει ερεθίσματα στους νέους. Αλλά, δυστυχώς, ζούμε σε μια εποχή προχειρότητας και ευκολίας, με ψεύτικες αξίες...».