Στις 27 Αυγούστου έγινε η κηδεία των παιδιών που κάηκαν από τη φωτιά που ξέσπασε στις 26 Αυγούστου σε Μίστρο και Θεολόγο.
Χιλιάδες φίλοι και συγγενείς τους συνόδεψαν στην τελευταία τους κατοικία και στη νεκρώσιμη ακολουθία χοροστάτησε ο Μητροπολίτης Χαλκίδος.
Ήταν ο Δημήτρης Λιάσκος, ο Γιάννης Τσώκος και ο Νίκος Τσαμπάσης από το Μίστρο και ο Δημήτρης Γιαπλές από το Θεολόγο.
Δύο ακόμα παιδιά από το Μίστρο νοσηλεύονταν σε κρίσιμη κατάσταση σε Νοσοκομεία των Αθηνών, ο Χρήστος Καρλατήρας και ο Βασίλης Γαρέφαλος.
Η συγκίνηση, το παράπονο και η αγανάκτηση ήταν έντονα ζωγραφισμένα στα πρόσωπα των χιλιάδων ανθρώπων που παρακολούθησαν την τελετή, που γι αυτούς ήταν μια διαδικασία που συμμετείχαν χωρίς να πιστεύουν ότι αυτό που ζούσαν ήταν πραγματικότητα.
Τα παιδιά αυτά θυσιάστηκαν. Έπεσαν θύματα του καθήκοντος. Όχι του καθήκοντος εκείνου που σου το επιβάλουν, αλλά του καθήκοντος εκείνου που είναι η ηθική εντολή, που επιτάσσει στον άνθρωπο τι οφείλει να κάνει ή να παραλείψει στη ζωή του. Και το ηθικό τους καθήκον ήταν να τρέξουν για να σώσουν το χωριό τους, τους συγχωριανούς τους, την περιουσία τη δική τους και των γειτόνων τους.
Έτσι είναι η πλειοψηφία των απλών και ανώνυμων Ελλήνων, που τρέχουν να περισώσουν, ότι οι ηγεσίες τους με την αδιαφορία τους, τα κομματικά τους συμφέροντα ή την ανικανότητά τους τα έχουν αφήσει στο έλεος του θεού και τα οδηγούν στην καταστροφή.
Αυτός ο απλός Έλληνας, ο εργατικός, ο τίμιος, που έχει φιλότιμο και λόγο, που πέφτει στη φωτιά για να σώσει το γείτονα του και τον συνάνθρωπο του και που τόσο πολύ έχει κατηγορηθεί, έχει λοιδορηθεί, έχει υβριστεί, έχει χαρακτηριστεί ανίκανος, φυγόπονος, ρατσιστής και τόσα άλλα, από «νεωτερίζοντες» που αυτοαποκαλούνται προοδευτικοί, κάνοντας μας να χάσουμε τη σημασία της λέξης και στο μυαλό μας να φαντάζει σαν μια συγκεχυμένη έννοια την οποία μπορεί να οικειοποιηθούν όσοι θέλουν να κάνουν πράγματα που δεν συνάδουν με τα φυσιολογικά και τα αυτονόητα και μπορεί να γίνει ακόμα και περιτύλιγμα για να νομιμοποιούνται παράξενες τακτικές έως και ανθρώπινες αδυναμίες. Και δυστυχώς, μέσα σ' αυτούς τους ανθρώπους υπάρχουν και μερικοί που ανήκουν σε πολιτικά κόμματα και μετά έρχονται σε μας και μας ζητάνε με θράσος την ψήφο μας.
Πολλές φορές αναρωτιόμαστε, πως μπόρεσε και ζει αυτό το κράτος, το οποίο από τα μισά της επανάστασης του 1821, όταν η Ελλάδα σχημάτισε «Κουβέρνο» και πέρασαν λογής - λογής πολιτεύματα, Βασιλείες, Δημοκρατίες, δικτατορίες, Βασιλευόμενες ή Προεδρευόμενες Δημοκρατίες, κυριαρχεί το ρουσφέτι, η αναξιοκρατία, η καρεκλολαγνεία, οι ημέτεροι. Για να κερδίσεις μια θέση στο δημόσιο τομέα δεν παίζει ρόλο η ικανότητα σου, αλλά κατά πόσο είσαι δικός μας ή δικός τους.
Η αδράνεια των υπηρεσιών η χαλαρότητα η ατιμωρησία ο ωχαδερφισμός, τα σχέδια δράσης που δεν μπορούν ποτέ να εφαρμοστούν κ.λ.π. είναι αποτέλεσμα της λογικής ότι «δικοί μας άνθρωποι είναι, πώς να τους τιμωρήσουμε».
Να λοιπόν γιατί ζει και υπάρχει η Ελλάδα.
Γιατί υπάρχουν παιδιά σαν τον Δημήτρη Λιάσκο, τον Γιάννη Τσώκο, τον Νίκο Τσαμπάση, τον Δημήτρη Γιαπλέ, τον Βασίλη Γαρέφαλο και τον Χρήστο Καρλατήρα.
Που γνωρίζουν ότι από πουθενά δεν υπάρχει βοήθεια και μπαίνουν στη φωτιά γιατί έχουν φιλότιμο και συναίσθηση του καθήκοντος, του δικού τους καθήκοντος, έτσι όπως αυτοί το εννοούν, όπως το βιώνουν και αφήνουν τους κυβερνώντες μας να τσακώνονται στην τηλεόραση για το ποιος φταίει και ποιος όχι. Σε λίγες μέρες έχουμε εκλογές. Αν πράγματι έχουμε καταλάβει γιατί χάθηκαν αυτά τα παιδιά, πρέπει να αφήσουμε τους πολιτικούς να εκφωνήσουν τους πολιτικούς λόγους τους σε άδειες πλατείες. Δεν τους χρειαζόμαστε. Χρειαζόμαστε ανθρώπους σαν τα αείμνηστα παλικάρια μας, τον Δημήτρη Λιάσκο, τον Γιάννη Τσώκο και τον Νίκο Τσαμπάση, καθώς και τα παλικάρια που παλεύουν ακόμα με το θάνατο, τον Βασίλη Γαρέφαλο και τον Χρήστο Καρλατήρα.
Καλό ταξίδι παιδιά.