Από «ψιλό κόσκινο» έχουν περάσει κατά καιρούς την περιοχή μας οι «κυνηγοί θησαυρών». Φήμες και ιστορίες για άτομα που έχουν βρει κρυμμένους θησαυρούς και όχι μόνο, υπάρχουν πολλές.
Αρχαία, ρωμαϊκά, βυζαντινά, κατοχικά, είναι το όνειρο πολλών. Ακόμα και οι πρόσφατες ιστορίες έχουν γίνει θρύλος και φυσικά, από στόμα σε στόμα γίνονται ακόμα πιο τραβηγμένες.
Μέσα από όλες αυτές τις ιστορίες όμως κάπου υπάρχει και αλήθεια. Η ζημιά που έχει γίνει για την ιστορία και την κληρονομιά της περιοχής είναι τεράστια. Πολλές φορές όμως, για τη ζημιά δε φταίνε μόνο οι αρχαιοκάπηλοι. Και θα αναφέρουμε ένα παράδειγμα:
Όταν φτιαχνόταν ο κεντρικός οδικός άξονας, σε πολλές περιπτώσεις (π.χ. Κρασάς) τα μηχανήματα έπεσαν επάνω σε νεολιθικούς οικισμούς. Προχώρησαν κανονικά σαν να μην έγινε τίποτα και εάν δεν υπήρχε η έρευνα του καθηγητή Αδαμάντιου Σάμψων, δεν θα γνωρίζαμε τίποτε.
Σε μια άλλη περίπτωση που η ιστορία της περιοχής «στάθηκε» τυχερή, ήταν η περίπτωση των δύο χρυσών πρωτοελλαδικών αγγείων, τα οποία φυλάσσονται στο μουσείο Μπενάκη.
Κάποτε, άνθρωποι του «Μπενάκη» γύριζαν την Ελλάδα για να διασώσουν ότι μπορούσαν και να κοσμήσουν το μουσείο. Στον Πάλιουρα στάθηκαν τυχεροί. Βρήκαν τα δύο αγγεία, τα οποία χρησιμοποιούσαν για να ποτίζουν τις κότες. Εμαθαν ότι τα αγγεία είχαν βρεθεί στην περιοχή Χάρμπιζα ή Χαλκούσα του Αγίου Αθανασίου. Από τα συγκεκριμένα ευρήματα έβγαλαν πολύτιμα συμπεράσματα για την ιστορία της περιοχής και το ρόλο που έπαιξε η «Πόλη» στην Γλυφάδα για τη σύνδεση της Μ. Ασίας με την κυρίως Ελλάδα.
Είναι τεράστια η σημασία έστω και ενός ευρήματος. Αυτό που δεν γνωρίζουμε είναι το μέγεθος της ζημιάς που έχει γίνει. Πόσες περιπτώσεις έχουν ξεφύγει από την Αστυνομία, και τα ευρήματα έχουν πουληθεί στο εξωτερικό;
Όλα αυτά τα γράφουμε σε απάντηση κάποιου που αναρωτιέται για ποιο λόγο δεν υπάρχουν πολλά εκθέματα από την περιοχή της Δίρφης σε μουσεία.