Ο τελευταίος νερόμυλος καταστράφηκε πριν είκοσι περίπου χρόνια. Μια πυρκαγιά αποτέλειωσε το έργο του χρόνου. Κι έτσι ένας νερόμυλος αιώνων, άγνωστο το πότε κτίστηκε, το μόνο που ξέρουμε ότι επί Τουρκοκρατίας λεγόταν μύλος του Μπολολιά, έμεινε ένας σωρός από πέτρες, θάβοντας όλα τα υπολείμματα και τους πρωτόγονους μηχανισμούς που περιείχε.
Μέσα σε ειδυλλιακά τοπία ήταν κτισμένοι όλοι οι νερόμυλοι της περιοχής. Δίπλα από το ποτάμι, κάτω από πλατάνια, σε ερημικές τοποθεσίες, αποτέλεσαν εικόνες που μόνο σε βιβλία παραμυθιών μπορούμε να δούμε σήμερα.
Αν κάποιος ακολουθήσει το ποτάμι από την δεξιά πλευρά, θα δει ότι η περιοχή είναι γεμάτη από υπολείμματα νερόμυλων. Η προσφορά τους ήταν τεράστια για αρκετές εκατοντάδες χρόνια, τόσο στη διατροφή των κατοίκων, όσο και στην κοινωνική ζωή. Στους νερόμυλους όσοι πήγαιναν να αλέσουν έμεναν εκεί ώσπου να τελειώσει το άλεσμα. Φιλοξενούνταν αρκετές ημέρες κι έτσι οι μύλοι ήταν τόποι κοινωνικής συναναστροφής. Φιλόξενοι οι μυλωνάδες, ένα επάγγελμα που στην παραδοσιακή τους μορφή έχει χαθεί, ήταν σημαντικά πρόσωπα στην εποχή τους και ο κινητήριος μοχλός της αγροτικής οικονομίας.
Κοιτάζοντας προσεκτικά τα υπολείμματα διαπιστώσαμε ότι ένας νερόμυλος μπορεί να αναστυλωθεί. Μια δουλειά χρονοβόρα και πολυέξοδη που σίγουρα ένας ιδιώτης δεν θα μπορούσε να αναλάβει. Ένα έργο που θα μπορούσε να μπει σε έναν κεντρικό σχεδιασμό αναστήλωσης μνημείων για τη διάσωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Ενα μνημείο συνδετικός κρίκος εποχών, όχι τόσο παλιών, αλλά τόσο διαφορετικών.