Στα Β.Α. του χωριού Στρόπωνες, σε ένα φυσικό πλάτωμα του κατερχόμενου προς την θάλασσα βουνού, σώζεται σε καλή κατάσταση, το Καθολικό της διαλυμένης Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου Χιλιαδούς. Ξεκινώντας κανείς από το χωριό Στρόπωνες, αφού περάσει από το μικρό χωριό Λάμαρη και τον χείμαρρο, ο οποίος είναι πιο κάτω, φθάνει εύκολα στον χώρο, όπου η διαλυμένη Μονή Χιλιαδού.
Από τα κελιά σώζονται μερικά ερείπια στα νότια του Καθολικού της Μονής. Στα ανατολικά του Καθολικού της Μονής και σε μικρή απόσταση από την κόγχη του Ιερού μια μεγάλη βελανιδιά σκιάζει το χώρο. Η θέση της Μονής Χιλιαδούς είναι στο πιο ωραίο μέρος της μεγάλης κοιλάδας των Στροπώνων, η οποία κατέρχεται από την Δίρφη και καταλήγει στη θάλασσα του Αιγαίου.
Η Μονή Χιλιαδού είναι παλαιότατη. Οι πληροφορίες όμως οι οποίες υπάρχουν, για να συγκροτηθεί η ιστορία της, είναι λιγοστές και χρονολογούνται από το 1800 και ύστερα. Όμως «οι μαρτυρίες της παράδοσης, όταν διασταυρωθούν με τα αρχαιολογικά δεδομένα, μπορούν να οδηγήσουν συχνά σε σίγουρα αποτελέσματα». Η παράδοση θέλει η Μονή της Παναγίας στα Έρια και η Μονή Χιλιαδού να είναι του ίδιου κτήτορα. Αν, λοιπόν, είναι έτσι, τότε και τα δύο Καθολικά είναι κτίσματα του Β΄ μισού του 12ου αι. μ.Χ. Ειδικότερα, για το Καθολικό της Μονής Χιλιαδούς συνηγορούν τα πιο κάτω στοιχεία: Είναι κτίσμα ογκώδες (εξωτερικά) με φρουριακό χαρακτήρα. Στη δυτική πλευρά του Καθολικού σώζεται η καταχύστρα, επάνω ακριβώς από την είσοδο. Η κατά μήκος κάμαρα του Καθολικού είναι υπερυψωμένη καθ' όλο το πλάτος του, και η βόρεια και νότια πλευρά στηρίζονται με αντερίδες, οι οποίες φθάνουν μέχρι τη στέγη. Αυτή η υπερύψωση της στέγης δείχνει από μακριά, ως ένας σταυρεπίστεγος ναός. Η στέγη καλύπτεται με λίθινες πλάκες και με κεραμίδια. Εσωτερικά το Καθολικό είναι τρίκλιτο. Τέσσερις πεσσοί στηρίζουν τις καμάρες της στέγης και χωρίζουν, συγχρόνως, τα κλίτη του Καθολικού. Στο κέντρο του σταυρού της κάτοψης υπάρχει ομφάλιο από λίθινες πλάκες, όπως και το όλο δάπεδο του ναού. Στη βόρεια πλευρά του Καθολικού φαίνεται το πλινθοπερίκλειστο σύστημα, με δύο σειρές πλίνθων ανάμεσα στους δρόμους. Στην ανατολική πλευρά του Καθολικού διαγράφονται οι τρεις ημικυκλικές κόγχες του.
Όλα αυτά τα στοιχεία μας οδηγούν στους ίδιους χρόνους, στους οποίους η παράδοση τοποθετεί το Καθολικό της Μονής της Χιλιαδούς. Σιωπή καλύπτει τα χρόνια της Φραγκοκρατίας (1204-1470) και της Τουρκοκρατίας (1471-1830) στην Εύβοια όσον αφορά τη Μονή Χιλιαδού. Πληροφορίες αρχίζουν να υπάρχουν από τον 19ον αι. μ.Χ. και εξής. Στην Ιερά Μονή Αγίου Νικολάου Ανω Βάθειας σώζεται ο Κώδικας της Μονής Χιλιαδούς, ο οποίος χρονολογείται το έτος 1800. Στις σελίδες 10-11 του Κώδικα περιέχεται το Μοναχολόγιο της Μονής Χιλιαδούς, στο οποίο καταγράφονται οι Μοναχοί (ονοματεπώνυμο, ηλικία, χρόνος εισόδου στη Μονή, καθήκοντα). Μεταξύ των Μοναχών είναι και ο Γεράσιμος Κωνσταντίνου, ετών 37, Ηγούμενος της Μονής Χιλιαδούς. Τούτον ο Κωνστ. Γουναρόπουλος κατατάσσει στους αγωνιστές της Επαναστάσεως του 1821, από την Εύβοια. Κατά τη διάρκεια της Επαναστάσεως του 1821 η Μονή χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο και σταθμός ανεφοδιασμού για τους αγωνιστές. Το έτος 1833, με έγγραφο της Ιεράς Συνόδου Χιλιαδού, κρίθηκε διατηρητέα, και κατατάχθηκε στις Μονές εκείνες, οι οποίες θα πλήρωναν τακτό φόρο.
Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, Μοναστηριακά Ευβοίας, υπάρχει ο φάκελος 526, ο οποίος περιλαμβάνει εκατόν εννέα έγγραφα της Μονής Χιλιαδούς, τα οποία αναφέρονται στα έτη 1835-1842.
Το έτος 1835, επειδή τα εισοδήματα της Μονής Χιλιαδούς δεν ήσαν αρκετά για τη διατροφή «των εν τη Μονή», απευθύνει η Μονή Χιλιαδού έγγραφο - αναφορά στη Νομαρχία Ευβοίας (Νομάρχης ο Γεώργιος Ανάν) και παρακαλεί να της δοθούν τα κτήματα του διαλυθέντος Κουτουρλομετοχίου, με την υπόσχεση να πληρώνει «τους ωρισμένους φόρους». Το έτος 1837 πήγε στη Μονή Χιλιαδού ο έκτακτος Βασιλικός επίτροπος και βοήθησε τους Μοναχούς να καταρτίσουν τον Μέγα Κώδικα, την Κατάσταση των κτημάτων των ανηκόντων στη Μονή, τον Κώδικα των «Καθημερουσίων εσόδων και εξόδων της Ιεράς Μονής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της επιλεγόμενης Χιλιαδούς», τον Κώδικα σκευών της Μονής, την κατάσταση του προσωπικού της Μονής, την Κατάσταση καταγραφής Αγίων Λειψάνων - Ιερών χρυσών και αργυρών σκευών της Μονής, και την Κατασκευή καταγραφή των σκευών και των ζώων της Μονής. Το έτος 1838 απέθανε ο Μοναχός Ακάκιος και καταγράφεται η περιουσία του. Πρόκειται, μήπως για ιδιόρρυθμη, Μονή; Από Κατάσταση των αποδοθέντων φόρων κατά τα έτη 1836, 1837 και 1838 γίνεται φανερό ότι η Μονή Χιλιαδού έχει αρκετά εισοδήματα (αναφέρονται 5.000 κιλά καρύδα).
Το έτος 1842 οι Μοναχοί της Μονής Χιλιαδούς υποβάλλουν έγγραφο (αριθμός Πρωτοκόλλου 16/4-8-1842), προς την Ιεράν Σύνοδον του Βασιλείου της Ελλάδος, με το οποίο ζητούν να τους δοθεί η περιουσία του διαλυμένου Μονοδρίου «επ ονόματι του Αγίου Νικολάου, επιλεγόμενου του Κουτουρλομετοχίου». Στο αίτημα των Μοναχών της Μονής Χιλιαδού έρχεται αρωγός η Ιερά Σύνοδος, πρόεδρος της οποίας είναι ο Ευβοίας Νεόφυτος, και απευθύνει έγγραφο (αριθμός Πρωτοκόλλου 11072/31-19-1842) «προς την επί την Εκκλησιαστικών κ.τλ. Β. Γραμματεία της Επικρατείας» με το εξής σκεπτικό: «Δια ταύτα αποδεχόμενη την αίτησιν ταύτην του συμβουλίου της μονής Χιλιαδούς γνωμοδοτεί, να προσηλωθή εις αυτήν το περί ου ο λόγος διαλελυμένον μονήδριον του Αγίου Νικολάου του Κουτουρλομετοχίου μετά των κτημάτων αυτού ως μετόχιον, επί υποχρεώσει να πληρώνη αύτη κατ' έτος εις το δημόσιον τον πολιτικόν και εκκλησιαστικόν φόρον κατά τας περί τούτου διατάξεις της Β. Κυβερνήσεως».
Το έτος 1854 ο Ιάκωβος Ρ. Ραγκαβής σημειώνει: «Χιλιαδού μονή διατηρουμένη, μοναχοί 9». Το έτος 1861 κατά την επίσημη απογραφή, όπως μας τη διασώζει ο Ι. Δ. Σταματάκης, η Μονή Χιλιαδού έχει έξι Μοναχούς. Μειώνεται δηλαδή η δύναμη των Μοναχών. Να σημαίνει αυτή η μείωση της δύναμης των Μοναχών και την αρχή της παρακμής της Μονής Χιλιαδούς; Η παρακμή θα έρθει, αλλά προς το τέλος του 19ου αι. μ.Χ. Έτσι, στις 30-6-1920 η Μονή Χιλιαδού υπάγεται, ως Μετόχι, στην Μονή του Αγίου Νικολάου Ανω Βάθειας, και το 1965, ο Χρυσόστομος Θέμελης, επίσκοπος Θαυμακού, γράφει: «Χιλιαδούς (Κοιμήσεως της Θεοτόκου) εις τον Δήμον Διρφύων διαλελυμένη».
Χαράλαμπος Φαράντος