Το 1886, εξεδόθη στην Αθήνα, από τον Νικόλαο Αντωνόπουλο, το πρωτότυπο μυθιστόρημα, με τον τίτλο «Μαρούσα η Στροπωνιάτισσα», αναφερόμενο στα χρόνια του Ιερού αγώνα του 1821. Ο συγγραφέας τυχαίνει να είναι άγνωστος και στους Στενιώτες και στους Στροπωνιάτες.
Το γεγονός αυτό όμως, της έκδοσης του μυθιστορήματος δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαίο...
Η εκλογή της Στενής και των Στροπώνων, χωριών που απείχαν τότε οδοιπορικώς 2 1/2 ώρες μεταξύ τους, από έναν ξένο και άγνωστο συγγραφέα, δεν μπορεί ασφαλώς να χαρακτηριστεί τυχαία. Ορισμένες πληροφορίες είχε συγκεντρώσει, όπως και ο ίδιος το γράφει στον επίλογό του, οι οποίες υπήρξαν ικανές για τη συγγραφή της διήγησης αυτής.
- Στο μυθιστόρημα αυτό, που αποτελείται από 132 σελίδες, ο Νικόλαος Αντωνόπουλος (σημειώνουμε περιληπτικότατα) αναφέρεται στο ειδύλλιον που αναπτύχθηκε κατά τις αρχές του 1821 του Στενιώτη νεαρού ποιμένα Γιάννου και της Στροπωνιάτισσας νεαρής Μαρούσας, στη βρύση του Κοντοδεσπότη ή Δεσπότη όπως λέγεται σήμερα που βρίσκεται μεταξύ των χωριών Στενής και Στροπώνων και το οποίον (ειδύλλιον) διέκοψε ο Μουράτ Εφέντης τον Απρίλη του 1821, όταν διερχόμενος από τη βρύση αυτή με τη συνοδεία του, διέταξε και έδεσαν το Γιάννο, τη δε Μαρούσα την άρπαξε και την έκλεισε στο χαρέμι του στη Χαλκίδα.
Το γεγονός αυτό, όπλισε με μεγαλύτερο μίσος τον Γιάννο κατά του Μουράτ και όλων των Τούρκων και με συντρόφους τους Στενιώτες Μπαρμπαμήτρον, Τάσιον, Γιώργον, Σπύρον Γιαννούλαν και άλλους, μετέσχε κατά την διάρκεια της επαναστάσεως, σε αγώνες εναντίον του Μουράτ στην Εύβοια και αλλού.
- Όταν το Σεπτέμβριο του 1825, η Μαρούσα, η οποία είχε παραφρονήσει, λόγω του εγκλεισμού της στο χαρέμι, είχε αφεθεί ελεύθερη, περιφερόταν στη Χαλκίδα και επιζητούσε να μεταβεί στου Κοντοδεσπότη τη βρύση, να συναντήσει το Γιάννο της. Συνοδός της στην πορεία αυτή προς τη βρύση ήταν ο ίδιος ο Γιάννος, ο οποίος παρά τους αγώνες που διεξήγαγε, δεν έπαυε να σκέπτεται την αγαπημένη του, ριψοκινδυνεύων για την Μαρούσα. Η Μαρούσα λόγω της παραφροσύνης της δεν τον αναγνώρισε. Και όταν πλέον έφτασαν στη βρύση, η Μαρούσα ανέκραξε. Γιάννο μου!! και τότε τον αναγνώρισε και ιαθείσα από την παραφροσύνη της αγκαλιάστηκαν. Αλλά αλίμονο, από τη μεγάλη συγκίνηση, εντός ολίγου η Μαρούσα έπεσε νεκρή στην αγκαλιά του Γιάννου και αυτός απ' την απελπισία του, έβγαλε το μαχαίρι του και ψιθυρίζων «Κοντά σου θάρθω Μαρούσα μου», το ενέπυξε στην καρδιά του.
- Στον επίλόγο του ο συγγραφέας αναφέρει μεταξύ άλλων, ότι το συνέγραψε από σημειώσεις που είχε κρατήσει κάποιος Γάλλος περιηγητής, ο οποίος έξι χρόνια μετά τα γεγονότα αυτά, διατρέχων την Εύβοια σταμάτησε στου Κοντοδεσπότη τη βρύση για να ξεκουραστεί. Σε μια στιγμή μοιρολόγια φτάνουν στ' αυτιά του, κοιτάζει και βλέπει έναν άνδρα και μια γυναίκα γονυκλινείς μπροστά από δύο ξύλινους σταυρούς να κλαίνε.
Φωνάζει το διερμηνέα και μέσω αυτού ρωτάει γιατί κλαίνε. Ο Τάσιος και η Γιαννούλα, διότι αυτοί ήταν, αφηγήθηκαν μετά ζωηρότητας και ακριβείας τα κατά Γιάννον και Μαρούσαν. Ο ξένος έμεινε εμβρόντητος. Κράτησε σημειώσεις για να γράψει την περίεργη αυτή ιστορία, αλλ' ατυχώς επνίγη σε κάποιο ταξίδι του «και έλαχεν, γράφει ο Αντωνόπουλος, ο κλήρος εις ημάς τους αδαείς να γράψωμεν αυτήν προς ζημίαν προφανώς των ηρώων μας».
Ένας στους εκατό Στενιώτες και Στροπωνιάτες ξέρουν που είναι αυτή η βρύση. Κανένας ή σχεδόν κανένας δεν γνωρίζει την ιστορία του Γιάννου και της Μαρούσας. Αλλωστε εκτός από μια απλή ερωτική ιστορία, είναι και μια περιγραφή - παρουσία των πολιτικών και πολεμικών γεγονότων της Επανάστασης, σ' ότι αφορούσε την περιοχή μας.
Αλλά και μας εξομολογεί (το διήγημα) ότι από καταβολής των δύο χωριών, υπήρχαν σχέσεις μεταξύ τους, επικοινωνία και όμοιος τρόπος ζωής. Και πρωτεργάτης για όλ' αυτά ήταν η Δίρφυς που η κτηνοτροφία, τα κάστανα, το τσάι με τη ρίγανη και τα τόσα άλλα αρωματικά φυτά, η υλοτομία, τα ποτάμια της και τόσα άλλα που απλόχερα τα μοίραζε στους κατοίκους των δύο χωριών δημιούργησαν ένα κλίμα κοινής κουλτούρας, που σιγά σιγά άρχισαν να δημιουργούνται και ερωτικές σχέσεις των νέων των δύο χωριών που κατέληγαν σε γάμους και κατά συνέπεια σε «εξ αγχιστείας» συγγένειες.
Μήπως λοιπόν οι πολιτιστικοί σύλλογοι των δύο χωριών, από κοινού, θα μπορούσαν να οργανώσουν διάφορες εκδηλώσεις προς τιμή του Γιάννου και της Μαρούσας, που υποδηλώνει και την από αιώνων σχέση και φιλία των δύο χωριών, με επιστέγασμα μια κορυφαία εκδήλωση στου Δεσπότη τη βρύση;
Η βρύση του Δεσπότη, βρίσκεται 200 με 300 μέτρα προς τη συμβολή των μονοπατιών από Στενή, από Καμπιά και από Στρόπωνες, προς τη μεριά των Στροπώνων, πίσω από τη ράχη.
Σήμερα η βρύση βρίσκεται σε κακή κατάσταση και καλό θα είναι να φτιαχτεί, γιατί κινδυνεύει να χαθεί.
- Το ότι όμως αυτή είναι η βρύση, βεβαιώνεται και από το βιβλίο «Το χρονικό της Στενής του Νομού Ευβοίας» που έχει συγγράψει ο αείμνηστος Δάσκαλος Δημήτρης Γιαννούκος, ο οποίος αφηγείται τη μετάβασή του στις Στρόπωνες μαζί με τον πατέρα του Κωνσταντίνο Γιαννούκο, για να αναλάβει υπηρεσία ως δάσκαλος στο δημοτικό σχολείο Στροπώνων.
Γράφει λοιπόν... «εδροσίσθημεν από τας πηγάς Κερασιά, Φλέβα, Κανόβρυση και άλλας, εφθάσαμεν εις την κορυφήν του δάσους, όπου αντικρύσαμε το αντίπεραν αχανές Αιγαίον Πέλαγος. Με γοργότερον ρυθμόν, λόγω του κατωφερούς εδάφους, συνεχίσαμε την πορεία μας και σε λίγο σταματήσαμε «Στου Δεσπότη τη βρύση»...»