Τον τελευταίο καιρό το ασφαλιστικό καίει τους εργαζόμενους και είναι αυτό που ένωσε κυβερνητικούς και μη, για να μην παίρνουν σύνταξη στα. .120 χρόνια τους.
Οι τελευταίες αντιδράσεις έφεραν στο μυαλό μου ανάλογες κινητοποιήσεις πριν από μερικά χρόνια των συνταξιούχων, οι οποίοι είχαν ξεσηκωθεί και με πορείες στους δρόμους της Αθήνας απαιτούσαν μεγαλύτερες αυξήσεις στις συντάξεις πείνας που έπαιρναν (και παίρνουν).
Όμως, το μόνο που κατάφεραν να εισπράξουν ήταν ένα γερό χέρι ξύλο. Ας ξαναθυμηθούμε τα γεγονότα αυτά, επειδή παραμένουν (δυστυχώς) ακόμα και σήμερα επίκαιρα.
- Κύριε υπουργέ πεινάμε.
- Καλά, θα μελετήσω το θέμα σας.
- Τι να μελετήσεις κύριε υπουργέ; Την πείνα μας;
Τα ΤΙΜΗΜΕΝΑ γεράματα με τις χοληστερίνες, τ΄ αρθριτικά και τα εγκεφαλικά, πήραν, που λέτε, υπό μάλης το ζάκχαρό τους και βγήκαν στους δρόμους (όπως και τόσες άλλες φορές) περιφέροντας την περηφάνεια τους και ζητώντας μια κάποια αύξηση στη σύνταξή τους για να μπορέσουν να ζήσουν (άκου απαίτηση)!
Εξτρεμισμοί!
Μαζεύτηκαν, λοιπόν, πρωί - πρωί έξω από το υπουργείο και άρχισαν τα ανατρεπτικά συνθήματα:
Ο παππούς παρακαλεί,
λίγα, για να στηλωθεί.
Ο υπουργός ενδιαφέρθηκε και κάλεσε αμέσως τους συμβούλους του.
- Τι συμβαίνει εκεί έξω; Τι φωνές είναι αυτές;
- Τίποτα κύριε υπουργέ. Οι συνταξιούχοι κατέφθασαν, που μιας και δεν έχουνε δουλειά να κάνουνε, ήλθαν εδώ για να σας εκνευρίσουν. Επιμένουν μάλιστα να σας δουν.
- Καλά. Αφήστε τους να ξεροσταλιάξουν μερικές ώρες και όσους αντέξουν φέρτε τους μετά στο γραφείο μου.
- Μάλιστα κύριε υπουργέ. Καταλάβαμε.
Στον υπουργό!
Μεσημεράκι, μια επιτροπή των συνταξιούχων (όσοι μπορούσαν δηλαδή να περπατήσουν, ανεβαίνει και συναντάει (ω τι ευτυχία!) τον υπουργό αυτοπροσώπως.
- Καλώς τους. Μια χαρά σας βλέπω. Με τις μαγκουρίτσες σας και τις κοιλίτσες σας. Φτου σας.
- Ποιες κοιλίτσες κύριε υπουργέ; Από την αβιταμίνωση είναι.
- Ξέρετε, η αντοχή της οικονομίας δεν μας επιτρέπει. Το είπε και ο πρωθυπουργός.
- Τη δική μας την αντοχή, την ρώτησες;
Εκείνη ακριβώς την στιγμή, εντελώς ανάγωγα και αψυχολόγητα, τα ποδάρια ενός γεράκου λυγίζουν σαν κεράκια, τα μάτια του βασιλεύουν και χωρίς να ρωτήσει κανένα εάν επιτρέπεται, σωριάζεται λιπόθυμος στο πάτωμα και βρίσκεται αγκαλιά με τη μοκέτα.
- Τι έπαθε; πετάγεται έντρομος από την καρέκλα του ο υπουργός.
- Δεν είναι τίποτα κύριε υπουργέ. Θα του περάσει.
- Μα αυτός ξεράθηκε. Έχει γούστο μέσα στο γραφείο μου. Δεν βρήκε άλλο μέρος ο βλογημένος; Θα το δείξουν όλα τα κανάλια.
- Μην ανησυχείτε. Θα συνέλθει. Από την πείνα είναι.
- Από την πείνα; Καλά, από τότε έχει να φάει;
- Τι είναι σήμερα, Παρασκευή; Από την Τρίτη.
- Φαίνεται ότι έχετε δίκιο. Αφήστε μου ένα υπόμνημα και θα το μελετήσω. Μόνο πάρτε αυτόν από ΄δω. Αυτά τα καρούμπαλα, τι είναι;
- Ενθύμια που μας χάρισαν τα όργανα της τάξης σε προηγούμενη πεζοπορία μας.
- Δεν πειράζει, μην τους παρεξηγείτε. Είναι καλά παιδιά. Τώρα που θα λυθεί το πρόβλημά σας, ελπίζω να σας βλέπω πιο συχνά και να τα λέμε. Γεια σας τώρα, γεια σας.
Σηκώνουν τον. ..ξεραμένο και κρατώντας τον από τις μασχάλες φεύγουν οι απόμαχοι της ζωής, κουνώντας τα άσπρα τους μαλλιά και ελπίζοντας ότι, έστω και τώρα, θα βρουν κατανόηση.
Το πρόβλημά τους είναι γνωστό και χρονολογείται από τότε που ανακαλύφθηκαν τα γεράματα. Στη δουλειά από μικρά παιδιά, κυρτώνουν εκεί μέσα και όταν στιφτούν για τα καλά σαν τις λεμονόκουπες, περιμένουν την σύνταξή τους για να περάσουν τον υπόλοιπο του βίου τους ήρεμα και κυρίως με αξιοπρέπεια.
Αλλο όμως τι είναι το σωστό, και άλλες οι βουλές των αρμοδίων.
- Τι να τα κάνετε εσείς τα περισσότερα; Στη ζωή σας καλοπεράσατε, τα παιδιά σας τα παντρέψατε, όλη την ημέρα παίζετε Θανάση και τρώτε γιαούρτι και χυλό. Πόσο στοιχίζει ο χυλός καημένε!
Έτσι οι συνταξιούχοι, οι μανάδες και οι πατεράδες μας δηλαδή, περιφέρονται σαν τις άδικες κατάρες από τον ένα κοινωνικό φορέα στον άλλο, βρίσκουν παντού κατανόηση και παρηγορητικά λόγια, αλλά από παραδάκι γιοκ. Το σκεπτικό του κράτους (τρόπος του λέγειν0 είναι απλό και ξεκάθαρο.
- Τι θα κάνουνε τα γερόντια; Θα φωνάξουν, θα ιδρώσουν, θα κρυώσουν, θα πεθάνουν και θα ηρεμήσουν. Ασε που στις πορείες μερικοί από δαύτους μπορεί να κουτρουβαλιαστούν σε κανένα πεζοδρόμιο και ως γνωστόν ο γέρος πάει ή από πέσιμο ή από. ..το άλλο. Σάμπως μπορούν και ν΄ απεργήσουν;
Και μήπως ζητάνε οι φουκαράδες κάτι το εξωπραγματικό ή τους κόπους άλλων; Μέρος από το δικό τους αίμα παρακαλάνε να πάρουν πίσω, από αυτό που τους ρουφάγανε 30, 40 και 50 χρόνια τα διάφορα ταμεία. Επαιτούν για μερικά χιλιάρικα παραπάνω.
- Τέτοια πείνα, έλεγε ένας, δεν την πέρασα ούτε στην Αλβανία με τους Ιταλούς, ούτε στην κατοχή με τους Γερμανούς! Πείνα να δουν τα μάτια σας.
Φινάλε!
Ύστερα από μερικές ημέρες, οι ταλαίπωροι συνταξιούχοι ξαναπάνε στο υπουργείο για να δουν τι απέγινε, τελικά, με το αίτημά τους.
Μετά την απαραίτητη ορθοστασία, βλέπουν, όχι τον υπουργό (πολύ θα τους έπεφτε 2 φορές), αλλά τους παρατρεχάμενους.
- Τι έγινε; Ο υπουργός το θέμα μας το μελέτησε;
- Όχι, αλλά μην ανησυχείτε. Επειδή νοιάζεται πολύ για σας και σας αγαπάει ιδιαίτερα, το ΄χει βάλει πρώτο - πρώτο στ΄. .αμελέτητά του.
Σπύρος Βεκίνης